Tuesday, May 15, 2012
Ο νέος κομμουνισμός
Η πλανητική χρηματιστηριακή κρίση, όπως μας την παρουσιάζουν, μοιάζει με μια απ΄ αυτές τις χονδροειδείς κακές ταινίες που παράγει το εργοστάσιο των προσχεδιασμένων επιτυχιών που αποκαλούμε σήμερα «σινεμά». Δεν λείπει τίποτε: το σταδιακό θέαμα της καταστροφής, το σασπένς βασισμένο σε προφανείς μηχανισμούς, ο εξωτισμός του πανομοιότυπου- το Χρηματιστήριο της Τζακάρτας που βρίσκεται στην ίδια θεαματική δυσκολία με αυτό της Νέας Υόρκης, η διαγώνιος από τη Μόσχα στο Σάο Πάολο, παντού η ίδια πυρκαγιά να εξαπλώνεται στις ίδιες τράπεζες-, οι απρόβλεπτες αναταράξεις που τρομοκρατούν: να που και τα πιο καλοστημένα «σχέδια» δεν μπορούν να αποτρέψουν τη μαύρη Παρασκευή, την κατάρρευση των πάντων...
Αλλά η ελπίδα παραμένει: στο προσκήνιο, με το βλέμμα απλανές, σκεφτικοί σαν σε ταινία καταστροφής, ο μικρός ουλαμός των ισχυρών, οι Σαρκοζύ, Πώλσον, Μέρκελ, Μπράουν και άλλοι Τρισέ, καταποντίζουν στην κεντρική Τρύπα εκατομμύρια δισεκατομμυρίων. Θα αναρωτηθούμε αργότερα (είναι για τα προσεχή επεισόδια) πού τα βρίσκουν, καθότι στο παραμικρό αίτημα των φτωχών απαντούσαν εδώ και χρόνια, αδειάζοντας τις τσέπες τους, ότι δεν είχαν φράγκο. Προς το παρόν, δεν μας πολυνοιάζει. «Σώστε τις τράπεζες!» (...) Ποιος ξέρει τι σημαίνει αυτό ή τι θα σήμαινε; Ας σώσουμε τις τράπεζες λέω εγώ και όλα τ΄ άλλα έρχονται. Για τους βασικούς πρωταγωνιστές της ταινίας, δηλαδή για τους πλούσιους, τους υπηρέτες τους, τα παράσιτά τους, αυτούς που τους φθονούν κι αυτούς που τους «λιβανίζουν», ένα χάπι εντ, ίσως κάπως μελαγχολικό, είναι αναπόδραστο, αν λάβουμε υπ΄ όψιν τι είναι σήμερα ο κόσμος και οι πολιτικοί που κινούνται σ΄ αυτόν.
Η πραγματική οικονομία
Ας στραφούμε περισσότερο στους θεατές αυτού του σόου, το αμήχανο πλήθος που, αόριστα ανήσυχο, ενώ λίγα πράγματα καταλαβαίνει, εντελώς αποσυνδεδεμένο από κάθε ενεργή δέσμευση στην περίσταση, αφουγκράζεται σαν μακρινό θόρυβο τους αλαλαγμούς των απελπισμένων τραπεζών, μαντεύει τα όντως εξοντωτικά σαββατοκύριακα της ένδοξης μικρής κλίκας των πρωθυπουργών, βλέπει τα σκοτεινά αστρονομικά ποσά να περνούν, και τα συγκρίνει μηχανικά με τους δικούς του πόρους ή, ακόμα, με την πλήρη απουσία πόρων, η οποία για μια πολύ σημαντική μερίδα της ανθρωπότητας συνιστά το πικρό αλλά και θαρραλέο φόντο της ζωής της. (...) Μιλήσαμε συχνά αυτές τις τελευταίες εβδομάδες για την «πραγματική οικονομία» (την παραγωγή και την κυκλοφορία των αγαθών) και για την οικονομία- να την πούμε εξωπραγματική;- από την οποία έρχονταν όλα τα δεινά, αφού οι δρώντες της είχαν γίνει «ανεύθυνοι», «παράλογοι», «ληστές», που ανακάτευαν μέσα στην αρπακτικότητα, έπειτα μέσα στον πανικό, την άμορφη πλέον μάζα των μετοχών των τιτλοποιήσεων και των νομισμάτων. Αυτή η διάκριση είναι παράλογη και είχε γενικά διαψευστεί δύο γραμμές παρακάτω, όταν, με μια μεταφορά με αντίθετο νόημα, παρουσίαζαν την οικονομική κυκλοφορία και κερδοσκοπία ως το «αιμοφόρο σύστημα» της οικονομίας. Θα μπορούσαμε να αφαιρέσουμε την καρδιά και το αίμα από τη ζώσα πραγματικότητα ενός σώματος; (...)
Η ταινία της καταστροφής
Η επιστροφή στο πραγματικό δεν είναι ασφαλώς η κίνηση που οδηγεί από την κακή, την «παράλογη» κερδοσκοπία, στην υγιή παραγωγή. Είναι η κίνηση της επιστροφής όλων αυτών που κατοικούν τούτο τον κόσμο στην άμεση και λελογισμένη ζωή. Από εδώ μπορούμε να παρατηρήσουμε, χωρίς να πτοηθούμε τον καπιταλισμό, συμπεριλαμβανομένης και της ταινίας καταστροφής που μας επιβάλλει στις μέρες μας. Τo πραγματικό δεν είναι αυτή η ταινία, αλλά η αίθουσα.
Τι βλέπουμε έτσι αποστρέφοντας ή αντιστρέφοντας το βλέμμα μας; Τι βλέπουμε αν καταφέρουμε να αποστασιοποιηθούμε από το ελαφρύ άγχος του κενού, από το οποίο οι κύριοί μας αναμένουν να μας κάνει να τους ικετεύουμε για τη σωτηρία των τραπεζών; Βλέπουμε αυτό που σημαίνει να βλέπει κανείς, πράγματα απλά, γνωστά εδώ και καιρό: ο καπιταλισμός δεν είναι παρά μια κλεπτοκρατία, ανορθολογική στην ουσία της και καταστροφική στο γίγνεσθαί της. Ανέκαθεν μας έκανε να πληρώνουμε ακριβά κάποιες σύντομες δεκαετίες ευημερίας, βάρβαρα άνισες, με κρίσεις κατά τις οποίες εξαφανίζονταν ποσά αστρονομικής αξίας, με αιματηρές εκστρατείες τιμωρίας σε όλες τις ζώνες που θεωρούσε στρατηγικές ή απειλητικές γι΄ αυτόν και με παγκόσμιους πολέμους χάρη στους οποίους ανακτούσε την υγεία του. Είναι η διδακτική δύναμη ενός ανεστραμμένου βλέμματος πάνω στην ταινία της κρίσης. Τι; Τολμούν, ενώπιον της ζωής των ανθρώπων που κοιτάζουν, να μας εκθειάζουν ακόμη ένα σύστημα που εναποθέτει την οργάνωση της συλλογικής ζωής στις πιο ευτελείς ορμές, στην απληστία, στον ανταγωνισμό, στον μηχανιστικό εγωισμό; Θέλουν να πλέξουμε το εγκώμιο μιας «δημοκρατίας» στην οποία οι ιθύνοντες είναι τόσο ατιμώρητα οι υπηρέτες του ιδιωτικού οικονομικού σφετερισμού που θα εξέπλητταν και τον ίδιο τον Μαρξ, ο οποίος ωστόσο χαρακτήριζε ήδη εδώ και εκατόν εξήντα χρόνια τις κυβερνήσεις ως τους «πληρεξούσιους της εξουσίας του Κεφαλαίου»; Θέλουν πάση θυσία να καταλάβει ο κοινός πολίτης ότι είναι εντελώς αδύνατον να κλείσει η τρύπα της κοινωνικής ασφάλισης, αλλά ότι πρέπει ωστόσο να κλείσουμε, δίχως να υπολογίζουμε τα δισεκατομμύρια, την τρύπα των τραπεζών; Οφείλουμε να επικροτήσουμε με σοβαρότητα ότι κανείς δεν σκέφτεται πια να εθνικοποιήσει ένα εργοστάσιο που αντιμετωπίζει δυσκολίες λόγω του ανταγωνισμού, εργοστάσιο στο οποίο εργάζονται χιλιάδες εργάτες, ενώ είναι προφανές ότι αυτό πρέπει να γίνει για μια τράπεζα την οποία η κερδοσκοπία οδηγεί σε πτώχευση; Ισόπαλη παρτίδα
Το πραγματικό στην υπόθεσή μας φαίνεται καθαρά σ΄ αυτό που προηγείται της κρίσης. Διότι από πού προκύπτει όλη αυτή η οικονομική φαντασμαγορία; Πολύ απλά από εκεί που πουλήσαμε διά της βίας φανταχτερά σπίτια- δελεάζοντας με θαυματουργές πιστώσεις- σε ανθρώπους που δεν είχαν διόλου τα μέσα να τα αγοράσουν. Εν συνεχεία μεταπουλήσαμε τις υποσχέσεις εξόφλησης αυτών των ανθρώπων αναμιγνύοντάς τες, όπως κάνουμε με τις δυσδιάκριτες δόσεις ναρκωτικών, με οικονομικούς τίτλους των οποίων η σύνθεση ήταν τόσο λεπτά μελετημένη όσο και αδιαφανής χάρη στην εργασία πληθώρας μαθηματικών. Ολα αυτά κυκλοφόρησαν, από πωλήσεις σε μεταπωλήσεις, διαρκώς ανατιμούμενα, στις πιο μακρινές τράπεζες. Η υλική εγγύηση αυτής της κυκλοφορίας ήταν, ναι, τα σπίτια. Αλλά στάθηκε αρκετό η αγορά ακινήτων να αναστραφεί, η εγγύηση να αξίζει λιγότερο και οι δανειστές να απαιτούν περισσότερο, με αποτέλεσμα οι αγοραστές να μπορούν ολοένα λιγότερο να πληρώνουν τα χρέη τους. Και όταν τελικά δεν μπορούσαν πια καθόλου, το ναρκωτικό που είχε εισαχθεί στους οικονομικούς τίτλους άρχισε να τους δηλητηριάζει: δεν άξιζαν πλέον τίποτε. Φαινομενικά ισόπαλη παρτίδα: ο κερδοσκόπος χάνει το στοίχημά του, οι αγοραστές χάνουν τα σπίτια τους, από τα οποία τους κάνουν ευγενικά έξωση. Ωστόσο το πραγματικό αυτής της ισόπαλης παρτίδας είναι όπως πάντα από την πλευρά της συλλογικότητας, της καθημερινής ζωής: όλα εξελίσσονται τελικά έτσι ώστε ο μισθός δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων ή η απουσία μισθού να μην τους επιτρέπει πλέον να στεγαστούν. Η πραγματική ουσία της οικονομικής κρίσης είναι μια κρίση στέγασης. Κι αυτοί που δεν μπορούν να στεγαστούν δεν είναι διόλου οι τραπεζικοί. Πρέπει πάντα να επανερχόμαστε στο κοινό μέτρο της ύπαρξης.
Το μόνο που μπορούμε να επιθυμούμε σε αυτή την υπόθεση είναι αυτό το πραγματικό να επιστρέψει πάλι, στο μέτρο του δυνατού, στις συνέπειες της κρίσης. Να επιστρέψει μέσα από τα μαθήματα που θα αντλήσουν από αυτήν τη σκοτεινή σκηνή οι λαοί, και ουχί οι τραπεζικοί, οι κυβερνήσεις που υπηρετούν τους τραπεζικούς και οι εφημερίδες που υπηρετούν τις κυβερνήσεις.
Η πρόθυμη πολιτική
Βλέπω αυτή η επιστροφή του πραγματικού να συνδέει δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι καθαρά πολιτικό. Εφόσον, όπως το έδειξε και η ταινία, η «δημοκρατική» πολιτική δεν είναι παρά η πρόθυμη υπηρεσία των τραπεζών, και εφόσον το αληθινό της όνομα είναι καπιταλιστικός συνταγματισμός, επιβάλλεται να οργανώσουμε, όπως πληθώρα πειραματισμών εδώ και είκοσι χρόνια άρχισε να το πράττει, μια πολιτική εντελώς διαφορετικής φύσεως. Αυτή η πολιτική θα είναι προφανώς επί μακρόν σε μεγάλη απόσταση από την κρατική εξουσία, αλλά αυτό λίγο μετράει. Ξεκινά σε άμεση επαφή με το πραγματικό, από την πρακτική συμμαχία ανθρώπων που είναι οι πιο άμεσα διαθέσιμοι για να τη δημιουργήσουν: οι νεοαφιχθέντες από την Αφρική ή απ΄ αλλού προλετάριοι και οι διανοούμενοι κληρονόμοι των πολιτικών μαχών των τελευταίων δεκαετιών. Θα διευρυνθεί ανάλογα με αυτό που θα ξέρει να κάνει σημείο προς σημείο. Δεν θα διατηρεί κανενός είδους οργανική σχέση με τα υπάρχοντα κόμματα και το σύστημα, εκλογικό και θεσμικό, που τα διατηρεί εν ζωή. Θα επινοήσει τη νέα πειθαρχία αυτών που δεν έχουν τίποτα, την πολιτική τους ικανότητα, τη νέα ιδέα για το τι θα είναι η νίκη τους. Το δεύτερο επίπεδο είναι ιδεολογικό. Πρέπει να ανατρέψουμε την παλιά ετυμηγορία σύμφωνα με την οποία βρισκόμαστε στο «τέλος των ιδεολογιών». Σήμερα βλέπουμε καθαρά ότι αυτό το υποτιθέμενο τέλος δεν έχει άλλη πραγματικότητα από το σύνθημα «Ας σώσουμε τις τράπεζες». Τίποτα δεν είναι σημαντικότερο από το να ξαναβρούμε το πάθος των ιδεών και να αντιπαραθέσουμε στον κόσμο, όπως αυτός είναι, μια γενική υπόθεση, την προεξοφλούμενη βεβαιότητα ενός εντελώς διαφορετικού ρου των πραγμάτων. Στο βλαβερό θέαμα του καπιταλισμού, αντιπαραθέτουμε το πραγματικό των λαών, της ζωής των ανθρώπων μέσα στην κίνηση των ιδεών. Το μοτίβο της χειραφέτησης της ανθρωπότητας δεν έχασε τίποτα από την ισχύ του. Η λέξη «κομμουνισμός», που επί μακρόν κατονόμαζε αυτή την ισχύ, ασφαλώς ευτελίστηκε και εκπορνεύτηκε. Σήμερα όμως η εξαφάνισή της δεν εξυπηρετεί παρά τους υπέρμαχους της τάξης, τους ένθερμους πρωταγωνιστές της ταινίας καταστροφής. Θα την αναστήσουμε, προσδίδοντάς της νέα διαύγεια, που είναι και η παλιά της αρετή σύμφωνα με τα λεγόμενα του Μαρξ ότι ο κομμουνισμός «έρχεται σε ρήξη, με τον πιο ριζικό τρόπο, με τις παραδοσιακές ιδέες» και επιφέρει την ανάδυση «μιας ένωσης όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι η συνθήκη της ελεύθερης ανάπτυξης όλων».
Πλήρης ρήξη με τον καπιταλο-κοινοβουλευτικό συνταγματισμό, πολιτική επινοημένη σε άμεση εγγύτητα με τη λαϊκή πραγματικότητα, κυριαρχία της ιδέας: όλα βρίσκονται εκεί, για να μας απαλλάξουν από την ταινία της κρίσης και να μας οδηγήσουν στη στράτευσή μας.