Lolitopages

Monday, March 16, 2009

Φως στο τούνελ κρίσης και ύφεσης!

credit-crisisΤο πρώτο φως στο τούνελ της οικονομικής κρίσης και της ύφεσης άρχισαν να βλέπουν οι επενδυτές και επανέρχονται δυναμικά, ξεπερνώντας τους δισταγμούς, στα διεθνή χρηματιστήρια, κυνηγώντας μετοχές σε τιμή ευκαιρίας. Αυτή τη φορά, τονίζουν οι αναλυτές, το bear market rally φαίνεται ότι έχει τις προϋποθέσεις να διαρκέσει περισσότερο, ενώ κοινή είναι η αντίληψη ότι οι χρηματιστηριακοί δείκτες στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ έχουν δει ήδη τα χαμηλά έτους και είναι μάλλον απίθανο να δούμε νέες «βουτιές» τους επόμενους μήνες.

Τα στοιχεία που υποστηρίζουν αυτή τη φορά τη χρηματιστηριακή ανάκαμψη έρχονται από τους Αμερικανούς τραπεζίτες, που διαβεβαιώνουν τις τελευταίες ημέρες ότι τους πρώτους μήνες του 2009 τα μεγαλύτερα ιδρύματα εμφανίζουν κέρδη, όπως με κέρδη εκτιμούν ότι θα κλείσουν το σύνολο της χρήσης. Την ίδια στιγμή, απροσδόκητα θετικά ήταν τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα για την καταναλωτική εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ, αποδεικνύοντας ότι τα διαδοχικά «πακέτα» κρατικών ενισχύσεων αρχίζουν σταδιακά να αλλάζουν το κλίμα στην κορυφαία οικονομία του πλανήτη, που ως τώρα αποτελούσε και την «πηγή του κακού» για την παγκόσμια οικονομία.

Πάντως, για τους ανά τον κόσμο επενδυτές ήταν ιδιαίτερα σημαντικές και συνετέλεσαν στην ισχυρή αντίδραση των αγορών οι διαβεβαιώσεις από την Fed, ότι δεν θα υπάρξει νέα Lehman, ότι δηλαδή δεν θα αφεθεί καμία μεγάλη τράπεζα να οδηγηθεί στην πτώχευση. Η σχετική κατηγορηματική δήλωση του Μπεν Μπερνάνκε αυτή την εβδομάδα διασκέδασε τις φήμες που είχαν κατακλύσει τις αγορές, περί επικείμενου νέου μεγάλου «κανονιού» στις ΗΠΑ, ενώ είχαν πυκνώσει οι δηλώσεις ρεπουμπλικανών γερουσιαστών, που ζητούσαν να «ταφούν τα πτώματα», να σταματήσει δηλαδή το Δημόσιο να κρατά με κεφάλαια των φορολογουμένων τεχνητά στη ζωή μεγάλες τράπεζες-ζόμπι. Μάλιστα, γερουσιαστής που ρωτήθηκε αν εννοούσε και την Citigroup απάντησε απερίφραστα «ναι»!

Οι επενδυτές μπορούν πλέον, όπως τονίζουν αναλυτές, να ξαναδούν τις αποτιμήσεις των τραπεζικών μετοχών στις ΗΠΑ με άλλο μάτι, χωρίς δηλαδή να ανησυχούν για τον κίνδυνο νέων πτωχεύσεων μεγάλων τραπεζών. Το αμερικανικό Δημόσιο και η Fed, αναφέρει χαρακτηριστικά αναλυτής, έχουν προσφέρει αμετάκλητα τις δικές τους εγγυήσεις σταθερότητας, εξαλείφοντας ένα σοβαρό κίνδυνο, που αποτελούσε εμπόδιο στην επιστροφή επενδυτικών κεφαλαίων στις τράπεζες.

Μεσότιτλος: Κλειδί η Citigroup

Η εβδομάδα της… μεγάλης απελευθέρωσης των αγορών από τα δεσμά της… κατάθλιψης, άρχισε με την Citigroup και έκλεισε χθες, επίσης με καλά νέα από την κορυφαία αμερικανική τράπεζα, που αποτελούσε μέχρι τώρα τη μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας των επενδυτών:

- Το πρώτο θετικό σήμα ήλθε την Δευτέρα με την έντεχνη διαρροή στο Bloomberg του ενημερωτικού σημειώματος του διευθύνοντος συμβούλου της Citigroup προς το προσωπικό του ομίλου, στο οποίο αναφερόταν ότι το πρώτο δίμηνο ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικό και για πρώτη φορά από το 2007 η τράπεζα θα κλείσει με κέρδη αυτό το τρίμηνο. Η κρατική, πλέον, Citigroup, όπου το αμερικανικό Δημόσιο θα έχει σύντομα το 36% των μετοχών, προέβλεψε μάλιστα, ότι δεν θα χρειασθεί στο ορατό μέλλον νέα κεφάλαια, δίνοντας κατεύθυνση στην αγορά, ότι δεν θα πρέπει να αναμένονται νέες μεγάλες απώλειες από «τοξικά» στοιχεία ενεργητικού.

- Το ίδιο μήνυμα, ακόμη πιο κατηγορηματικά, έδωσε χθες ο πρόεδρος της Citigroup Ρίτσαρντ Πάρσονς, τονίζοντας στο Reuters ότι «μετά την τελευταία στήριξη (σ.σ.: από το Δημόσιο) η Citi δεν χρειάζεται επιπλέον κρατικά κεφάλαια. Αυτή τη στιγμή είναι μία από τις τράπεζες με την ισχυρότερη κεφαλαιακή επάρκεια σε παγκόσμιο επίπεδο». Ο Πάρσονς διέψευσε, μάλιστα, με κατηγορηματικότητα όλα τα σενάρια πλήρους κρατικοποίησης του ομίλου, υπογραμμίζοντας: «Δεν νομίζω ότι οι κρατικοποιήσεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη της αμερικανικής κυβέρνησης. Την ίδια στιγμή, είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι όχι μόνο θα επιβιώσουμε αλλά θα παραμείνουμε ανεξάρτητη τράπεζα».

Μεσότιτλος: Συντονισμένες «ενέσεις» αισιοδοξίας

Οι κορυφαίοι Αμερικανοί τραπεζίτες φαίνεται ότι συντονίσθηκαν, στην προσπάθειά τους να εκπέμψουν καθησυχαστικά μηνύματα στο επενδυτικό κοινό, για να επαναφέρουν κεφάλαια στις υποτιμημένες μετοχές τους. Τα «αφεντικά» της Bank of America και της JP Morgan ευθυγραμμίσθηκαν πλήρως με τα στελέχη της Citigroup, τονίζοντας ότι έχουν κέρδη το πρώτο δίμηνο και θα κλείσουν με κέρδη το σύνολο της χρήσης.

Μάλιστα, η κοινή συνισταμένη των δηλώσεων ήταν, ότι εκτός δραματικού απροόπτου καμία από τις τρεις μεγάλες τράπεζες δεν θα χρειασθεί νέες «ενέσεις» κεφαλαίων από το Δημόσιο, δηλαδή ο «μπαμπούλας» της κρατικοποίησης φαίνεται ότι απομακρύνεται οριστικά.

Μαζί με τους τραπεζίτες, φαίνεται όμως ότι συντονίσθηκαν και τα στατιστικά στοιχεία για την αμερικανική οικονομία, που έδειξαν ότι τον Μάρτιο αυξήθηκε απροσδόκητα η καταναλωτική εμπιστοσύνη. Ήταν η πρώτη πραγματικά καλή μακροοικονομική είδηση από τις ΗΠΑ τους τελευταίους μήνες, όπως σχολίασαν οι αναλυτές, και αφήνει ανοικτές «χαραμάδες» αισιοδοξίας, ότι μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2009 θα αρχίσει να σταθεροποιείται η αμερικανική οικονομία, για να έλθει η πραγματική ανάκαμψη το 2010.

Η μηνιαία έρευνα του Reuters και του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν έδειξε ότι ο δείκτης εμπιστοσύνης των καταναλωτών «σκαρφάλωσε» τον Μάρτιο στο 56,6, από 56,3 τον Φεβρουάριο, ενώ αρχικά οι οικονομολόγοι ανέμεναν πτώση στο 55. Μάλιστα, οι καταναλωτές που εκτιμούν ότι κάνει καλή δουλειά η διοίκηση Ομπάμα αυξήθηκαν απότομα, από το 7% τον Ιανουάριο, στο 23% τον Μάρτιο, σε μια ένδειξη ότι η κυβερνητική παρέμβαση για την τόνωση της οικονομίας αρχίζει να κερδίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών.

«Είναι ένα σημείο των καιρών που έρχονται», σχολίασε αναλυτής. «Ίσως έχουμε βρει τον πάτο της κρίσης. Τα θετικά αποτελέσματα που αρχίζουμε να βλέπουμε από τον αμερικανικό τραπεζικό τομέα, η ενθαρρυντική αύξηση των λιανικών πωλήσεων και η ενίσχυση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης ίσως δείχνουν διαμορφώνεται μια βάση ανάκαμψης για την οικονομία».

Μεσότιτλος: Διχάζονται οι πολιτικοί

Πάντως, σε πολιτικό επίπεδο δεν φαίνεται να έχει διαμορφωθεί κλίμα αναγκαίας σύμπνοιας των διεθνών ηγεσιών για τα επόμενα μέτρα που θα απαιτηθούν. Χθες, άρχισαν την κρίσιμη συνεδρίασή τους στο Λονδίνο οι υπουργοί Οικονομικών του G20, χωρίς να υπάρχει ένα σαφές πλαίσιο συμφωνίας στις επόμενες κινήσεις.

Η Ιαπωνία και η Κίνα συντάχθηκαν με αυτούς που θεωρούν ότι επιπλέον «πακέτα» στήριξης είναι απαραίτητα για να κατορθώσει η παγκόσμια οικονομία να βγει από την ύφεση. Στον αντίποδα οι Ευρωπαίοι, με τον κ. Nicola Sarkozy και την κ. Angela Merkel να είναι κάτι παραπάνω από σαφείς στις δηλώσεις τους, θεωρούν ότι έχουν ξοδέψει αρκετά.

«Η παγκόσμια οικονομία μοιάζει με ασθενή που προσπαθεί να επιβιώσει στην εντατική», σημειώνει ο καθηγητής Νούριελ Ρουμπίνι, σχολιάζοντας τι πρέπει να πράξει το G20, και προσθέτει: «Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε ανάγκη να μας δώσουν συμβουλές και να μας προσφέρουν "υγιεινή δίαιτα" αλλά να πράξουν τα πάντα προκειμένου η παγκόσμια οικονομία να επιβιώσει».

Οι διαφωνίες στο G20 είναι τόσο ισχυρές ώστε αρκετοί θέτουν εν αμφιβόλω κατά πόσον η διήμερη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών και η αντίστοιχη των ηγετών, στις 2 Απριλίου, θα κατορθώσουν να έχουν κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Οι Αμερικανοί πιέζουν για αύξηση των δημοσίων δαπανών αλλά και τριπλασιασμό των κεφαλαίων που προσφέρονται στο ΔΝΤ, θεωρώντας ότι αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος εξόδου από την κρίση.

Από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι υποστηρίζουν ότι «περισσότερα χρήματα δεν θα φέρουν την άνοιξη» και τονίζουν πως αυτό που έχει ανάγκη η παγκόσμια οικονομία είναι σκληρότερη εποπτεία αγορών, τραπεζών και θεσμικών επενδυτών όπως τα hedge funds. «Οι Ευρωπαίοι θέλουν να χρησιμοποιήσουν τη σύνοδο για να υπάρξει ενίσχυση των αρχών ελέγχου και εποπτείας. Οι Αμερικανοί θέλουν να χρησιμοποιήσουν τη σύνοδο για να υπάρξουν αύξηση των κρατικών δαπανών και νέα πακέτα στήριξης», δήλωσε στο Bloomberg ο κ. Ράνταλ Κουέρλς, πρώην υφυπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και νυν επικεφαλής της Carlyle Group.

Το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών μοιάζει τόσο βαθύ, ώστε δημιουργεί ερωτηματικά όχι μόνο για την αποτελεσματικότητα αλλά ακόμη και για τη χρησιμότητα της συνόδου. Ταυτόχρονα, δημιουργεί ρίγη ανησυχίας σε ανθρώπους όπως ο επικεφαλής του ΔΝΤ, κ. Ντομινίκ Στρος Καν, ο οποίος απευθύνει έκκληση για συναίνεση, προσθέτοντας ότι θα πρέπει να υπάρξει «ταχεία εξυγίανση και ανάκαμψη του τραπεζικού συστήματος, σε διαφορετική περίπτωση η παγκόσμια οικονομία δεν θα κατορθώσει να βγει από την κρίση».

Ένθετο: «Άνοιξη» για τις ελληνικές τράπεζες

Η ισχυρή αντίδραση των ελληνικών τραπεζικών μετοχών αυτή την εβδομάδα δεν κρύβει μόνο προσδοκίες για σταθεροποίηση του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος, αλλά και τις ελπίδες ότι οι δύο σοβαρότερες εξωτερικές αγορές για τις ελληνικές τράπεζες θα διασωθούν τελικά από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με αποτέλεσμα να αποφευχθούν τα χειρότερα για τα «βαριά» τραπεζικά χαρτιά.

Στις αρχές της εβδομάδας ανακοινώθηκε ότι η Ρουμανία συμφώνησε με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την παροχή δανείου 20 δις. ευρώ, το οποίο θα συμβάλει καθοριστικά στη σταθεροποίηση της οικονομίας μιας χώρας υποδοχής τεράστιων επενδύσεων και χορηγήσεων από τις μεγάλες ελληνικές τράπεζες. Έτσι, αναμένεται να σταθεροποιηθεί το ρουμανικό λέι και να απομακρυνθούν οι κίνδυνοι μαζικών καθυστερήσεων πληρωμών σε δάνεια συναλλάγματος, που κατά κόρον έχουν χορηγηθεί από τις θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών.

Χθες, ήταν η σειρά κορυφαίου αξιωματούχου της τουρκικής κυβέρνησης να αναθερμάνει με δηλώσεις του τις προσδοκίες για μια συμφωνία δανεισμού από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που θα διέσωζε την τουρκική λίρα από τις πιέσεις της συγκυρίας. Η κυβέρνηση Ερντογάν «ποντάρει» τώρα στην αναβαθμισμένη γεωπολιτική θέση της Τουρκίας, που φαίνεται ότι «πουλάει» στη νέα διοίκηση Ομπάμα το ρόλο της, ως μυστικού μεσολαβητή για την εξομάλυνση των σχέσεων Ουάσιγκτον-Τεχεράνης, αλλά και τις στρατιωτικές της δυνάμεις για ενίσχυση των συμμαχικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν.

Οικονομικοί αναλυτές δεν θεωρούν τυχαίο, ότι ως δια μαγείας ανακοινώθηκε από κορυφαίο Τούρκο αξιωματούχο, πως ξεπερνιούνται τα σοβαρά προβλήματα στις διαπραγματεύσεις με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για το νέο δάνειο, που θεωρείται κρίσιμο για τη διάσωση της τουρκικής λίρας. Οι διαπραγματεύσεις είχαν «κολλήσει» τον Ιανουάριο και όλα έδειχναν ότι θα «πάγωναν» επ’ αόριστον, αλλά ξαφνικά πήραν ώθηση, λίγες ημέρες πριν καταφθάσει στην Τουρκία ο Μπαράκ Ομπάμα.

Οι εξελίξεις στην Τουρκία δίνουν άλλο «αέρα» στη μετοχή της Εθνικής, που ως γνωστόν κατέχει το 5% της τουρκικής αγοράς μέσω της Finansbank. Στελέχη της τράπεζας τονίζουν ότι η κερδοφορία που θα ανακοινωθεί τις επόμενες ημέρες για το 2008 θα είναι σταθερή σε σχέση με το 2007, στα επίπεδα του 1,5 δις. ευρώ, ενώ οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις παραμένουν ελεγχόμενες.

Στην ελληνική αγορά, όσο και αν αυτό είναι δυσάρεστο για τους δανειολήπτες, οι τράπεζες φαίνεται ότι ακολουθούν πολιτική εντυπωσιακής… αφαίμαξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές, που μειώνουν τα επιτόκια δανεισμού με ταχύ βηματισμό. Αναλυτές τονίζουν ότι τα στοιχεία της ΤτΕ για τον Ιανουάριο δείχνουν απότομη μείωση των επιτοκίων καταθέσεων προθεσμίας, αλλά χωρίς ανάλογη προσαρμογή των επιτοκίων δανεισμού, κάτι που δείχνει ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι αποφασισμένες παρά την κρίση να βελτιώσουν τα περιθώρια κέρδους τους. «Δυσάρεστο για τους πελάτες τους, ευχάριστο για τους μετόχους», όπως σχολιάζει αναλυτής.