Lolitopages

Wednesday, September 22, 2010

Το Focus και οι γερμανικές αποζημιώσεις

Tου Σταυρου Λυγερου

Aναμφίβολα, το εξώφυλλο του περιοδικού Focus ήταν και προσβλητικό και κιτς. Αναμφίβολα, το κείμενο ήταν θλιβερό δείγμα δημοσιογραφίας, περισσότερο συρραφή στερεότυπων προκαταλήψεων με σκοπό την εντυπωσιοθηρία παρά έρευνα ή ανάλυση της ελληνικής κρίσης.



Ακόμα και το πιο κακοπροαίρετο δημοσίευμα, όμως, δεν είναι ικανό από μόνο του να προκαλέσει τόσο εκτεταμένες αντιδράσεις. Στην πραγματικότητα, το δημοσίευμα του Focus ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Τους τελευταίους μήνες, η Ελλάδα δεν πληρώνει μόνο τοκογλυφικά επιτόκια. Δέχθηκε μπαράζ επιθέσεων. Ορισμένες εξ αυτών υπηρέτησαν κερδοσκοπικά παιχνίδια. Οι άλλες ήταν αποτέλεσμα του συνδρόμου της αγέλης, που χαρακτηρίζει όχι μόνο τις Αγορές, αλλά και τα ΜΜΕ και εν μέρει τις πολιτικές ελίτ.

Μακριά από εμάς η βολική θεωρία ότι η καλή Ελλάδα δέχεται επίθεση από κακούς ξένους. Εχουμε επανειλημμένως ασκήσει καταλυτική κριτική στο πολιτικό σύστημα για το μοντέλο που εξέθρεψε. Ενα μοντέλο αντιπαραγωγικό, κλεπτοκρατικό, ανορθολογικό, σπάταλο και αυθαίρετο. Αυτή η κριτική ασκείται εδώ και χρόνια, από την εποχή που κυριαρχούσε ο μύθος της «ισχυρής οικονομίας».

Η Ελλάδα, λοιπόν, ευθύνεται για την κατάντια της και αξίζει επικρίσεις. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν δικαιολογεί τις εύκολες επιθέσεις. Πολύ περισσότερο δεν αθωώνει την προσπάθεια ευρωπαϊκών ελίτ να αποδώσουν στο ελληνικό πρόβλημα τις δυσκολίες της Ευρωζώνης και να μετατρέψουν την Ελλάδα σε αποδιοπομπαίο τράγο.

Στην πραγματικότητα, η κρίση της Ευρωζώνης συνδέεται αφενός με τη δογματική δομή της κι αφετέρου με την απώλεια ανταγωνιστικότητας σε διεθνές επίπεδο.

Συναισθανόμενη τις ντόπιες ευθύνες, η ελληνική κοινή γνώμη υπέμεινε το μπαράζ κατηγοριών. Το δημοσίευμα του Focus ξεχείλισε το ποτήρι και ενεργοποίησε ένα μηχανισμό αντίδρασης για τις αλλεπάλληλες και εν μέρει άδικες «κατραπακιές». Σε αυτό το κλίμα, έπεσε στο τραπέζι το ζήτημα της επιστροφής του κατοχικού δανείου κι άλλων γερμανικών αποζημιώσεων από εκείνη την περίοδο.

Εάν, όπως φαίνεται, οι εν λόγω διεκδικήσεις έχουν ισχυρό νομικό έρεισμα, είναι εγκληματικό λάθος οι ελληνικές κυβερνήσεις να τις βάζουν στο ράφι και να τις κατεβάζουν όποτε προκύπτουν τριβές στις ελληνογερμανικές σχέσεις. Για να απορρίψει τις ελληνικές διεκδικήσεις, το Βερολίνο ασκεί παρασκηνιακές πιέσεις και επικαλείται τα κοινοτικά κονδύλια που εισέπραξε η Ελλάδα!

Πρόκειται για γελοιότητες. Τα κοινοτικά κονδύλια εξυπηρετούν την ανάγκη σύγκλισης των ευρωπαϊκών οικονομιών και βεβαίως είναι άσχετα από τις αποζημιώσεις. Γι' αυτό τα παίρνει π. χ. και η Πορτογαλία, που δεν υπέστη γερμανική κατοχή. Εάν το Βερολίνο έχει στα χέρια του συμφωνία με την οποία η Αθήνα παραιτείται από τις διεκδικήσεις της, ας την προσκομίσει.

Επειδή, όμως, τέτοια συμφωνία δεν υπάρχει, μόλις εξομαλυνθεί η κατάσταση, η Αθήνα πρέπει με τον πιο επίσημο και σταθερό τρόπο να προωθήσει νομικά τις διεκδικήσεις της.

Διαφορετικά, το αμαρτωλό πολιτικό σύστημα θα έχει διαπράξει ένα ακόμα διά παραλείψεως έγκλημα.

Subject: ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΓΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ Η ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ. ΜΕΡΟΣ Α. ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΠΕΛΑΓΟΣ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ.

Ευχαριστώ τον Καθηγητή Κ. Θεόδωρο Καρυώτη που τη καλωσύνη να μου στείλει το κατωτέρω και τα συνημμένα του άρθρα για το Αιγαίο μας και για το σοβαρό θέμα της ΑΟΖ (Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης) για το οποίο η ποιλτική μας ηγεσία <<προσποιείται>> άγνοια επιμένοντας εις βάρος των συμφερόντων της χώρας στην <<υφαλοκρηπίδα>>.

Ευριπίδης Μπίλλης

Τ. Επίκουρος Καθηγητής ΕΜΠ

ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΠΕΛΑΓΟΣ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Θεόδωρος Κ. Καρυώτης*

*Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας. Υπήρξε μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας και επιμελήθηκε του βιβλίου "Greece and the Law of the Sea".

Ένα από τα πιο σημαντικά έργα της Διάσκεψης για το Δίκαιο της Θάλασσας (1973-1982) ήταν η δημιουργία και κωδικοποίηση του θεσμού της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Έτσι δόθηκε ένα τέλος στην χαώδη κατάσταση που επικρατούσε μέχρι τότε στο Διεθνές Δίκαιο Αλιείας. Με βάση τα άρθρα 55, 56, 57 της νέας Σύμβασης, ως ΑΟΖ ορίζεται η πέραν και παρακείμενη της αιγιαλίτιδας ζώνης περιοχή, το πλάτος της οποίας μπορεί να φθάσει τα 200 ναυτικά μίλια (ν.μ.) από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης και εντός της οποίας το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα σε θέματα που έχουν σχέση με την εξερεύνηση, την εκμετάλλευση,την διατήρηση και διαχείριση των φυσικών πηγών ζώντων ή μη των υδάτων, του βυθού και υπέδαφους της θάλασσας, καθώς και κυριαρχικά δικαιώματα, που αναφέρονται στην εξερεύνηση και οικονομική εκμετάλλευση των ρευμάτων και των υπερκείμενων της θάλασσας ανέμων.

Οι θάλασσες και οι ωκεανοί καλύπτουν περίπου 105,5 εκατ. τετραγωνικά ν.μ. δηλαδή καλύπτουν το 71% της επιφάνειας της γης. Εάν όλα τα παράκτια κράτη κάνουν χρήση των δικαιωμάτων τους για ΑΟΖ 200 ν.μ. τότε η περιοχή των ωκεανών που θα ανήκει σ' αυτά τα κράτη υπολογίζεται να καλύπτει γύρω στα 37,7 εκατ. τετρ. ν.μ. ή το 35,8% της παγκόσμιας θαλάσσιας επιφάνειας. Μέσα στις ζώνες αυτές περιλαμβάνονται πάνω από το 90% της παγκόσμιας αλιείας, πάνω από το 87% των υπολογιζόμενων αποθεμάτων πετρελαίου και γύρω στο 10% των πολυμεταλλικών κονδύλων. Επομένως, εύκολα μπορεί κάποιος να αντιληφθεί την κρίσιμη σημασία που έχει η ΑΟΖ όχι μόνο για το Δίκαιο της Θάλασσας αλλά γενικότερα για την παγκόσμια οικονομία και τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις.

Το καθεστώς της ΑΟΖ καλύπτει όλους του φυσικούς πόρους, ζωντανούς και μη, ενώ η υφαλοκρηπίδα καλύπτει μόνο τους ?η ζωντανούς πόρους. Μια άλλη σημαντική διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι τα δικαιώματα ενός κράτους πάνω στην υφαλοκρηπίδα υπάρχουν ipso facto και ab initio, ενώ η ύπαρξη της ΑΟΖ είναι δυνατή μόνο κατόπιν διακήρυξης των κυριαρχικών δικαιωμάτων του παράκτιου κράτους. Επομένως, το παράκτιο κράτος μπορεί να έχει υφαλοκρηπίδα χωρίς να έχει ΑΟΖ, ενώ το αντίστροφο δεν είναι δυνατόν.

Η Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφέρει ρητά ( Άρθρο 121, παράγραφο 2), ότι όλα τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ και ότι η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα ενός νησιού καθορίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καθορίζονται και για τις ηπειρωτικές περιοχές. Επομένως, η Τουρκία δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τα ίδια επιχειρήματα για την ΑΟΖ που προβάλλει για την υφαλοκρηπίδα των νησιών του Αιγαίου, ότι δηλαδή, ότι τα νησιά μας δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα ή ότι βρίσκονται πάνω στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας. Επιπλέον, η νέα Σύμβαση έχει καταργήσει την γεωλογική έννοια της υφαλοκρηπίδας και έτσι η Τουρκία έχει χάσει άλλο ένα επιχείρημα.

Ο ΡOΛΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ (ΕΕ)

Το γεγονός και μόνο ότι η ΕΕ διέθετε μεγάλο μήκος ακτών ήταν αρκετό για να ενδιαφερθεί για Διάσκεψη που θα δημιουργούσε το νέο Σύνταγμα των Θαλασσών του πλανήτη μας. Βέβαια, ο κύριος λόγος της συμμετοχής της ΕΕ στην Διάσκεψη, ήταν το γεγονός, ότι τα κράτη-μέλη της είχαν μεταβιβάσει ορισμένες αρμοδιότητες στην Κοινότητα. Οι αρμοδιότητες αυτές αφορούσαν βασικά τα θέματα της αλιείας, της εμπορικής πολιτικής και της διατήρησης του θαλάσσιου περιβάλλοντος.

Η Σύμβαση του 1982 (στο Μέρος XVIΙ και στο Annex IX) δίνει τη δυνατότητα συμμετοχής Διεθνών Οργανισμών στη νέα Σύμβαση αμέσως μετά τη συμμετοχή της απολύτου πλειοψηφίας των κρατών-μελών στη Σύμβαση. Ήδη όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ καθώς και η ίδια η ΕΕ έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση του Δίκαιου της Θάλασσας. Με βάση τα άρθρα 309 και 310 της νέας Σύμβασης του 1982 δεν επιτρέπεται να διατυπωθούν επιφυλάξεις ή εξαιρέσεις όταν τα διάφορα κράτη καταθέτουν την επικύρωση της Σύμβασης. Έτσι, τα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν μπορούν να έχουν επιφυλάξεις σχετικά με τις αρμοδιότητες που έχουν μεταβιβάσει σε αυτή.

Όταν στα μέσα της δεκαετίας του 1970 η ΕΕ αντιλήφτηκε ότι ΑΟΖ 200 ν.μ. σύντομα θα εξαπλωθεί σε όλες τις ηπείρους αποφάσισε να μελετήσει το θέμα για να διαπιστώσει αν πρέπει και η ΕΕ να αποκτήσει μια τέτοια ζώνη. Έτσι, έχοντας αναλύσει τις απώλειες και τα κέρδη της ΕΕ σε καθεστώς ΑΟΖ 200 ν.μ. η ΕΕ προχώρησε σε ένα σημαντικό βήμα τον Νοέμβριο του 1976, συμφωνώντας σε τρεις βασικές αρχές:

1. Την προέκταση των αλιευτικών ζωνών όλων των μελών της σε 200 ν.μ.

2. Την μεταβίβαση στην Κοινότητα της αποκλειστικής αρμοδιότητας για τις διαπραγματεύσεις για αλιευτικές συμφωνίες της ΕΚ με κράτtη μη μέλη της Κοινότητας.

3. Σε ορισμένες αρχές για την μελλοντική της πολιτική σε θέματα διαχείρισης και διατήρησης των αλιευτικών πόρων.

Έτσι, από το τέλος του 1976 η Κοινότητα προσπάθησε να δημιουργήσει κοινή αλιευτική πολιτική που να είναι αποδεκτή σε όλα τα μέλη της και να έχει μακροπρόθεσμους στόχους. Τελικά, μετά από έξι χρόνια επίπονων και επίμονων διαβουλεύσεων δημιουργήθηκε η νέα "Κοινή Αλιευτική Πολιτική" με τον Κανονισμό του Συμβουλίου Νο. 170/83 της 25ης Ιανουαρίου 1983. Ο Κανονισμός αυτός αναφέρει στο άρθρο 6, παράγραφο 1 τα εξής:

"Από την 1η Ιανουαρίου 1983 και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1992, τα κράτη-μέλη επιτρέπεται να διατηρήσουν το καθεστώς που ορίζεται στο άρθρο 100 της πράξης προσχώρησης του 1972 και να γενικεύσουν το όριο των έξι μιλίων, το οποίο προβλέπεται στο ίδιο άρθρο, μέχρι δώδεκα ναυτικά μίλια για όλα τα ύδατα που υπάγονται στην κυριαρχία ή δικαιοδοσία τους."

Ο Κανονισμός αυτός ξεκάθαρα αναφέρει ότι το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης των κρατών-μελών δεν έχει καμμία επίπτωση στην αλιευτική ζώνη. Δηλαδή, κράτη-μέλη που είχαν αιγιαλίτιδα ζώνη 3 ή 6 ν.μ. θα έπρεπε να αποκτήσουν αλιευτική ζώνη 12 ν.μ.

Η Ελλάδα δεν έκανε τότε καμμία ενέργεια για να δημιουργήσει αλιευτική ζώνη 12 ν.μ. Αργότερα, η Τουρκία βλέποντας πολλές χώρες της ΕΕ να επεκτείνουν την αλιευτική τους ζώνη στα 12 ν.μ. και φοβούμενη ότι και η Ελλάδα θα έκανε το ίδιο πράγμα αντέδρασε και κάλεσε στην Άγκυρα, την 25η Οκτωβρίου 1990, όλους τους τότε πρεσβευτές της ΕΕ, εκτός του Έλληνα, ζητώντας από τα κράτη-μέλη να μην επεκτείνουν την αλιευτική ζώνη τους στα 12 ν.μ. στη Μεσόγειο. Δυστυχώς, η ΕΕ αποδέχτηκε το Τουρκικό διάβημα αλλά, ακόμα χειρότερα, το δέχθηκε και η τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Όταν η ΕΕ αποφάσισε να δημιουργήσει ΑΟΖ 200 ν.μ. για όλα τα κράτη-μέλη της, η Τουρκία ζήτησε να μη δημιουργηθεί τέτοια ζώνη στη Μεσόγειο, αίτημα που πάλι αποδέχθηκε και η ΕΕ και η Ελλάδα. Η εξήγηση που δόθηκε από την ΕΕ είναι ότι τα ψάρια σε αυτή τη θάλασσα έχουν υψηλή μεταναστευτική τάση και έτσι δεν κρίθηκε χρήσιμο να επεκταθούν τα 200 ν.μ. και σε αυτή τη θαλάσσια περιοχή. Κατά συνέπεια, ούτε η Ελλάδα ούτε και η Ιταλία διαθέτουν ΑΟΖ 200 ν.μ., ενώ η Γαλλία και η Ισπανία διαθέτουν ΑΟΖ 200 ν.μ. αλλά όχι στην περιοχή της Μεσογείου. Έτσι, το μοναδικό κράτος της ΕΕ που διαθέτει ΑΟΖ στη Μεσόγειο είναι η Κύπρος για τη οποία δεν έφερε καμμία αντίρρηση η ΕΕ.

Η κατάσταση αυτή, δηλαδή η εξαίρεση της Μεσογείου από την ζώνη των 200 ν.μ., δεν εξυπηρετεί τα συνολικά συμφέροντα της ΕΕ και ιδιαίτερα των κρατών-μελών της που βρέχονται από την Μεσόγειο και γι αυτό το λόγο πρέπει να αναιρεθεί, ιδιαίτερα τώρα που η Κύπρος διαθέτει τέτοια ΑΟΖ καθώς και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι πολύ πρόσφατα και η Γαλλία αποφάσισε να δημιουργήσει παρόμοια ΑΟΖ στη Μεσόγειο. Μόνο ένα 4% του αλιεύματος στην Μεσόγειο προέρχεται από τα ύδατα άλλων κρατών και η ύπαρξη ΑΟΖ στην Μεσόγειο δεν θα επιδράσει αρνητικά στην Ελλάδα, στην Ισπανία και την Ιταλία που αλιεύουν έξω από τις ακτές της Αλγερίας, του Μαρόκου και της Τυνησίας. Γι' αυτό η Ελλάδα πρέπει να ζητήσει από τους εταίρους της στις Βρυξέλλες να επεκτείνουν την ΑΟΖ και στη Μεσόγειο.

Σήμερα το μήκος των ακτών της ΕΕ των 27 ξεπερνάει τα 66.000 χλμ. και η Ελλάδα διαθέτει τη μεγαλύτερη ακτή από όλα τη κράτη-μέλη που φτάνει τα 13.676 χλμ. καθώς επίσης και τα περισσότερα νησιά και νησίδες που είναι 3.100 και 2.463 από αυτά βρίσκονται στο Αιγαίο Πέλαγος. Βέβαια, αν υπολογισθούν και οι βραχονησίδες, τότε ξεπερνούν συνολικά τις 10.000. Συγκριτικά, οι ακτές των ΗΠΑ είναι 21.000 χλμ., της Λατινικής Αμερικής 25.000 χλμ., της Αφρικής 30.000 χλμ. και της Αυστραλίας 27.000 χλμ. Επίσης, με την επέκταση των κυριαρχικών δικαιωμάτων των παράκτιων κρατών σε 200 ν.μ. η περιοχή που ανήκει στα κράτη-μέλη της ΕΕ ξεπερνάει τα επτά εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα. Σήμερα η ΕΕ αποτελεί τη μεγαλύτερη αλιευτική δύναμη στον κόσμο.

Ο χάρτης που ακολουθεί δείχνει τις ΑΟΖ όλων των παράκτιων κρατών-μελών της ΕΕ.