Lolitopages

Wednesday, June 3, 2009

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΩΝΥΜΩΝ, από που προέρχονται γνωστά επώνυμα

Aδαμοπουλος. Επωνυμο το οποιο προερχεται απο παρατσουκλι το οποιο επισης προερχεται απο παρατσουκλι το οποιο επισης προερχεται απο την περιβαλλουσα φυση, πολυτιμοι λιθοι, μεταλλα με την προσθηκη της καταληξης –πουλος, αλλα μαλαμα = μαλαμας, σμαραγδι = σμαραγδης.

Eυθύμιoς (έλλην.) ευ + θυμός (διάθεση) = ευδιάθετος

Αγατσάς, Αγατσίδης, Αγατσιώτης, Αγατζιώτης, Αγατζόγλου: Επώνυμα προερχόμενα από την από την τουρκική λέξη agac=δέντρο, ξύλο, με την κατάληξη –ας που προσδιορίζει επάγγελμα (Ασβεστάς, Ξυλάς, Κουλουράς).

ΑΓΓΕΛΑΚΗ: Επώνυμο πατρωνυικό προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Άγγελος. Με την κατάληξη –ακης προσδιορίζει Κρήτη.

ΑΓΡΙΑΝΙΔΗΣ: Επώνυμο α) προερχόμενο από παρατσούκλι που οφείλεται σε ψυχική ή σωματική ιδιότητα του ατόμου (άγριος) β) προερχόμενο από τον τόπο καταγωγής του ατόμου Αγριά (Βόλου) κλπ. Μαζί με την κατάληξη –ιδης που προσδιορίζει ποντιακή καταγωγή το επώνυμο απαντάται στις Σέρρες.

ΑΔΑΜ, ΑΔΑΜΑΚΗΣ, ΑΔΑΜΗΣ, ΑΔΑΜΙΔΗΣ, ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ, ΑΔΑΜΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το εβραϊκό όνομα Αδάμ.

ΑΔΑΜΙΔΗΣ: Επώνυμο που προέρχεται από το βαπτιστικό όνομα Αδαμας=πολύτιμη πέτρα. Ανήκει στα προερχόμενα ονόματα από την περιβάλλουσα φύση, πολύτιμοι λίθοι, μέταλλα όπως διαμάντι=Διαμαντής, μάλαμα=Μάλαμας, σμαράγδι=Σμαραγδής, Χρυσός, ασήμι=Ασημής, Ασημίνα, κλπ.

Αηδόνης, Αηδώνης, Αηδονόπολος: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο αποδίδεται σε σωματική ιδιότητα (καλή φωνή).

Αθανασούλας, υποκοριστικό* του ονόματος Αθανάσιος

Αλαγκιοζίδης: Επώνυμο σύνθετο προερχόμενο από δύο τουρκικές λέξεις: ala=χρωματιστός + goz=μάτι.

ΑΛΥΦΑΝΤΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των επαγγελματικών. Επ’ αυτού έχουν συμβεί αρκετές που γέννησε ο εξαρχαϊσμός. Το Αλυφαντής συναντάται στην Αρκαδία, Πόρο, Αίγινα, Πειραιάς. Το Αλειφαντής στον Πόρο, Πειραιά, Αίγινα Πειραιάς. Το Αλειφαντής στον Πόρο, Πειραιά, Αθήνα. Το Αλιφαντής στον Πειραιά, Αθήνα.

Αμιρίδης, Αμιράς, Αμιράκης, Αμιραδάκης, Αμιρόγλου: Επώνυμα προερχόμενα από την τουρκική λέξη amir= εμίρης, προϊστάμενος.

Ανδρικόπουλος, Ανδρικίδης, Ανδριάς, Ανδριανόπουλος, Ανδρέου, Ανδριανάκος, Ανδριτσάνος, Ανδρούτσος, Ανδρούλης, Ανδρουλιδάκης, Ανδρουτσέλης: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Ανδρέας.

ΑΝΘΗ, ΑΝΘΕΛΗ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που έχει σχέση με τα φυτά, άνθη.

ΑΠΕΡΓΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των ξενικών ιταλικών με μια ρίζα ελληνική. Συναντάται στην Τήνο,Κερκυρα και αλλα Ιονια νησια.

Αποστόλου, γενική του ονόμ. Απόστολος

Αρβανιτης.Επωνυμο που ανηκει στην κατηγορια των εθνικων και χαρακτηριζει την καταγωγη..

ΑΡΓΥΡΑΚΗΣ: Επώνυμο που προέρχεται από το βαπτιστικό όνομα Αργυρης=Αργυρος=πολύτιμη πέτρα. Ανήκει στα προερχόμενα ονόματα από την περιβάλλουσα φύση, πολύτιμοι λίθοι, μέταλλα όπως διαμάντι=Διαμαντής, μάλαμα=Μάλαμας, σμαράγδι=Σμαραγδής, Χρυσός, ασήμι=Ασημής, Ασημίνα, κλπ.

Αργύρης, από το όνομ. Αργύριος

ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ,ΑΡΓΥΡΗΣ . Επώνυμο που προέρχεται από το βαπτιστικό όνομα Αργυρης=Αργυρος=πολύτιμη πέτρα. Ανήκει στα προερχόμενα ονόματα από την περιβάλλουσα φύση, πολύτιμοι λίθοι, μέταλλα όπως διαμάντι=Διαμαντής, μάλαμα=Μάλαμας, σμαράγδι=Σμαραγδής, Χρυσός, ασήμι=Ασημής, Ασημίνα, κλπ.

Αργυρουδης. Επωνυμο που ανηκει στην κατηγορια των πατρονυμικων προερχομενο απο το βαπτιστικο ονομα αργυρος το οποιο εχει ηδη αναλυθει.

ΑΡΖΙΝΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη arz=προσφορά, με την κατάληξη –ινος που χρησιμοποιείται περισσότερο σαν κατάληξη επωνύμων εθνικών (Καστρινός=κάστρο, Πυλαρινός=Πύλαρος, κεφάλι)

Αρκούλης, Αρκάλης, Αρκαλάκης: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη arkali=ισχυρός

Αρώνης: Επώνυμο ξενικό προερχόμενο από το ισραηλινό όνομα Ααρών. Συνήθως τα ονόματα αυτά ανήκουν σε Ισραηλίτες που ήλθαν στην Ελλάδα περίπου το 1300.

Ασλανιδης, Ασλανογλου. Επωνυμο προερχομενο απο την τουρκικη λεξη aslan=λιονταρι το οποιο εξελληνιστηκε και με την καταληξη –ιδης προσδιοριζει τον Ποντο.

ΒΑΛΑΒΑΝΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη balaban=αυτός που έχει μεγάλο κεφάλι, πελώριος.

ΒΑΛΑΗΣ, ΒΑΛΗΣ, ΒΑΛΙΔΗΣ, ΒΑΛΙΔΑΚΗΣ, ΒΑΛΙΑΔΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη vali=νομάρχης.

ΒΑΡΔΑΚΑΣ, ΒΑΡΔΑΚΗΣ, ΒΑΡΔΑΚΙΔΗΣ, ΒΑΡΔΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη bardak=αγγείο για νερό

ΒΑΡΔΑΚΗΣ, ΒΑΡΔΑΞΗΣ, ΒΑΡΔΑΞΟΓΛΟΥ, ΒΑΡΔΑΞΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο από την τουρκική λέξη bardakci=αγγειοπλάστης

Βασιλάκης, υποκοριστικό του ονόμ. Βασίλειος

ΒΑΣΣΗΣ, ΒΑΣΟΣ: Επώνυμο α) το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Βασίλης. β) Βάσης, Μπάσης, Βασιάδης, προερχόενο από την τουρκική λέξη bas, basi=κεφάλι, κεφαλή, επικεφαλής.

ΒΕΓΙΑΝΝΗΣ: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από την τουρκική λέξη bey=μπέης, άρχοντας και το βαπτιστικό όνομα Γιάννης. Ο αρχοντογιάννης.

ΒΕΛΙΣΑΡΗΣ: α) Επώνυμο προερχόμενοα από το Βυζάντιο, όπου βελισάριος=ο λόγιος. β) Ο προερχόμενος από τη Βελίτσα, βουνό στην Αλβανία.

Βενετικίδης: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών. Προέρχεται από τη Βενετία η οποία και έγινε πηγή ονομάτων. Βενετία, Βενετσάνος, Βενετά. Με την κατάληξη –ιδης που προσδιορίζει Πόντο.

ΒΕΝΕΤΣΑΝΑΚΗΣΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών. Ο προερχόμενος από τη Βενετία. Το επώνυμο συναντάται στη Μάνη με την κατάληξη –ακης, η οποία και είναι η αρχική γνήσια κατάληξη προερχόμενη από αυτή την περιοχή.

ΒΙΚΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το παρατσούκλι προερχόμενο από τον φυσικό κόσμο. Βίκος = φυτό.

Βλαχοπάνος, σύνθετο όνομα από το Βλάχος (επάγγελμα) + Πάνος

ΒΟΖΙΚΗΣ, ΒΟΖΙΔΗΣ, ΒΟΖΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη boz=φαιόχρωμος, σταχτής.

Βοριάς, Βορεάς, Βοργίδης: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που εκφράζει τον καιρό. Με την κατάληξη –ιδης προσδιορίζει την ποντιακή καταγωγή.

Βότσης, από την αρβανίτικη λέξη voc-i = μικρό παιδί

Γαβαλας. α) Επωνυμο που ανηκει στη κατηγορια των ξενικων. Ιταλικο που απανταται ιδιαιτερα στην Νισηρο. β) Επωνυμο βυζαντινο που ανηκει στην κατηγορια των εθνικων προερχομενο απο τα Γαβαλα Συριας.

Γαβριήλ (έβραϊκό) = ανθρωπος του Θεού (ισχυρός του Θεού)

Γάδ (έβραϊκό) = τύχη, ευτυχία

Γαζέτας, από τη βενετσιάνικη λέξη gazeta = χάλκινο κέρμα μικρής αξίας. Δηλώνει επίσης και την εφημερίδα που αξίζει μία gazeta

Γαλάνης, Γαλανός: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που έχει δημιουργηθεί από σωματικές ιδιότητες στο συγκεκριμένο από χρώμα που δόθηκε στα μαλλιά ή στα μάτια.

ΓΑΡΔΕΛΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από ιταλικό οικογενειακό που έχει πλέον εξελληνιστεί. Συνηθίζεται στην Κύθνο.

ΓΑΡΟΦΑΛΛΟΣ, ΓΑΡΟΦΑΛΙΑΣ, ΓΑΡΟΥΦΑΛΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που έχει σχέση με τον φυτικό κόσμο από το λουλούδι γαρύφαλλο. Ίσως και βέβαια να ανήκει και στην κατηγορία των πατρωνυμικών από το βαπτιστικό όνομα Γαρούφαλος ή και μητρωνυμικό από το βαπτιστικό όνομα Γαρουφαλιά. Από Μικρά Ασία βρίσκεται σήμερα και στην Λήμνο.

Γεδεών (έβραϊκό) = κομματιαστής

Γερογιάννης, σύνθετο όνομα, Γέρος + Γιάννης

Γεωργακόπουλος, από το Γεωργάκης + πουλος (κατάληξη επωνύμων που τη χρησιμοποιούν συνήθως στην Πελοπόννησο και δηλώνει το γιο, τον απόγονο)

Γεωργαλής, υποκοριστικό του Γεώργιος

ΓΕΩΡΓΈΑΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών, προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Γεώργιος με την κατάληξη –εας που προσδιορίζει Μάνη.

Γεώργιος (έλλ.) =*(6 καλός) γεωργός

Γιαγκουλας, Γιαγκος, Γιαγκουδης, Γιακουλης, επωνυμο που ανηκει στην κατηγορια των πατρονυμικων προερχομενο απο το βαπτιστικο ονομα Γιαννης, Ιωαννης το οποιο χρησιμοποιειται σαν αρχικη ριζα με διαφορες παραγωγικες καταληξεις με 40 περιπου παραλλαγες.

Γιαννακουλας, Γιαννακουλης, Γιαννακουλακος, Γιαννακουρος, Γιαννακουδακος, Γιαννακος, Γιαννακακης, επωνυμα τα οποια ανηκουν στην κατηγορια των πατρωνυμικων προερχομενο απο το βαπτιστικο ονομα Γιαννης, Ιωαννης το οποιο χρησιμοποιειται σαν αρχικη ριζα με διαφορες παραγωγικες καταληξεις με 40 περιπου παραλλαγες.

Γιαννούτσος, υποκοριστικό, στην Ήπειρο και στην Κρήτη, του Γιάννης

ΓΙΟΜΠΡΕΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την α) τουρκική λέξη ymru=στρογγυλό πράγμα, εξόγκωμα, πρήξιμο. β) από την τουρκική λέξη gubre=κοπριά για λίπασμα.

Γιώτης, Γιωτόπουλος: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Παναγιώτης. Το επώνυμο συναντάται αρκετά στην Ήπειρο.

Γιώτης, σύντμηση** του Παναγιώτης

ΓΚΟΝΤΑΜΑΝΗΣ, ΓΚΟΥΝΤΑΜΑΝΗΣ, ΓΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kosaman=πελώριος.

Γκουραμάνης: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών. Σύνθετο αποτελούμενο από το γκούρας, το οποίο προέρχεται από τοπωνύμιο (Γκούρα Φθιώτιδας) με παραγωγική κατάληξη –ανης συνήθης στα εθνικά προερχόμενα επώνυμα.

ΓΟΥΤΣΟΣ, ΓΟΥΣΙΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από σύντμηση του υποκοριστικού βαπτιστικού ονόματος Γεώργιος, Γεωργούτσος, Γούτσος.

ΓΟΥΤΣΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την μολδαρική λέξη gutso=άνθρωπος με ψηλό καπέλλο υπάρχει στην Αρκαδία.

Γραικός, Γραικιώτης: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών. α) Το επώνυμο συνήθως δινόταν σε ελληνικές οικογένειες που ήταν εγκαταστημένες σε διαφορετικής εθνότητας πλληθυσμούς. β) Ίσως προέρχεται από την σερβική λέξη greki = έμπορος. Η κατάληξη –ιώτης συνηθίζεται στα εθνικά οικογενειακά ονόματα (Γιαννιώτης, Καβαλιώτης κλπ)

Γρηγόριος (C1px. έλλ.) = εν εγρηγόρσει, γρήγορος

ΓΡΙΒΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο από ονομασία χρωμάτων που δόθηκαν από μαλλιά, μάτια ή που δόθηκαν από χαρακτηρισμούς ζώων. Γρίβας είναι το σταχτερό άλογο.

Δανιήλ (έβραϊκό) = 6 Θεός εχει αποφασίσει (δικάσει)

ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ: Επώνυμο το οποίο προέρχεται από επάγγελμα και με την κατάληξη –ακης που προσδίδει καταγωγή από Κρήτη.

ΔαυΊδ (έβραϊκό) = αγαπητός

Δεβώρα (έβραϊκό) = μέλισσα (Μελιτηνή)

Δελδημος. Επωνυμο συνθετο αποτελουμενο απο το Δελης = Ντελης = τουρκικο deli = τρελος, παλικαρας και το βαπτιστικο ονομα Δημος, Δημοσθενης

Δημήτριος (έλλ.) = εκ του Δήμητρα (θεά της Γεωργίας)

ΔΗΜΟΥΛΑΣ , ΔΗΜΑΣ: Επώνυμο πατρωνυμικό προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Δημήτριος=Δημητρός=Δήμος=Δήμας (Πρέβεζα)=Δημητρόπουλος, Δημητροκάλης (Νάξος), Δημητραλάς (Νάξος), Δημητρούλιας, Δημόπουλος, Δημότσης, Δημούλης, Δημουλίτσας, Δημητρίου, Δημητριάδης, Δημητράκος, Δημητρακόπουλος.Δημήτριος= Αρχαίο ελληνικό όνομα με πιο γνωστό τον περίφημο στρατηγό πολιορκητή, γιο του Αντιγόνου, όπου κατέλαβε δυο φορές την Αθήνα.Δήμητρα = απ’ τις αρχαιοελληνικές λέξεις δη (γη) + μήτηρ (μητέρα της γης)Δημήτριος = αυτός που ανήκει, ο αφιερωμένος στη θεά ΔήμητραΆγιος Δημήτριος ο μεγαλομάρτυρας. Πολιούχος της Θεσσαλονίκης

Διπλοδάκτυλος: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο εκφράζει μια σωματική ιδιότητα.

Δομιανός (λατινικό) = dometius = κυρίαρχος

Δουλγερης, Δουλγεριδης, Ντουλγερης, επωνυμα προερχομενα απο την τουρκικη λεξη dulger=μαραγκος, χτιστης.

Δουμας, Δουμανης, Δουμανιδης, Δουμανογλου, Δομανης, Ντουμανης, Τουμανης, επωνυμα προερχομενα απο την τουρκικη λεξη duman=καπνος.

Δουρούκης, παράγωγο της ιταλικής λέξης duro (δούρος, ντούρος) = ο σκληρός, ο αλύγιστος. Λιγότερο πιθανό να είναι από την τουρκική λέξη duruk = η στάση.

Δράκας, παρατσούκλι που δηλώνει την ποσότητα που μπορεί να κρατήσει κάποιος στη χούφτα του

Δράκος, Δράκουλας, Δρακουλάκης: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι από ιδιότητες ανθρώπων από τον δράκο, τον ισχυρό, τον ανδρείο.

Δωροθέα (έλληνικό) = ή θεά τών δώρων

'Έβερ (έβραϊκό) = σχθικός, από τήν όχθη

Έδουάρδος (σαξωνικό) = ό φρουρός του πλούτου

Έζεκίας (έβραϊκό) = δυναμωμένος του Θεου

'Έκτωρ (αρχ. έλλην.) = ό κρατών γερά (από τό χέρι)

Έλιάζαρ (έβραϊκό) = 6 Θεός βοήθησε

Έλιούδ (έβραϊκό) = ό Θεός τιμα, δοξάζει

Έλισάβετ (έβραϊκό) = λάτρισσα του Θεου, ϋμνος του Θεου

Έλισσαιος (έβραϊκό) = Ό Θεός βοηθα, βλέπει

Έμμανουήλ (έβραϊκό) imma-nou-el = 6 Θεός μαζί μας

Ένώχ (έβραϊκό) = εισαγμένος

Έσθήρ (έβραϊκό) = αστρο

Εύα (έβραϊκό) = ζωή

Ευάγγελος (έλλην.) = ευ + αγγελία = ευχάριστη αγγελία

Ευγενίδης: Επώνυμο προερχόμενο από το ευγενής ή από το βαπτιστικό όνομα Ευγένιος, Ευγενικός. Με την κατάληξη –ιδης που προσδιορίζει Πόντο.

Ευγένιο ς (αρχ, έλλ.) = ευγενής

Ευδοκία (αρχ. έλλην.) ευ + δοκώ (φρονώ) = καλή φρόνηση

Ευστρατίου, γενική του ονόμ. Ευστράτιος

Έφραίμ (έβραϊκό) = Γένεσις 41 :52 = όνομα

Ζαβιτσάνος, αυτός που κατάγεται από το χωριό Ζάβιτσα (το σημερινό Αρχοντοχώρι)

Ζαβουλών (έβραϊκό) = εξαίρετος

Ζανταλτζης, Ζαντες, Ζαδες, Ζαδογλου, επωνυμα τα οποιο προερχονται απο την τουρκικη λεξη zade=γονος με την ελληνοποιηση προστεθηκε και η καταληξη –τζης.

ΖΑΡΙΦΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την αραβική λέξη zarif=χαριτωμένος, κομψός, λεπτός, ευτράπελος.

Ζαρκαδούλας, χαϊδευτικό της λέξης ζαρκάδι

Ζαχαρίας (έβραϊκό) ;= 6 Κύριος ενθυμειται

Ζεππος, Τζεπος, Τζουζεπος. Επωνυμο το οποιο ανηκει στην κατηγορια των πατρωνυμικων προερχομενο απο το ξενο και ιταλικο βαπτηστικο ονομα Giuseppe (Ιωσηφ).

ΖΟΡΜΠΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη zorba=ταραξίας, σφετεριστής, εκβιαστής, οπλοφόρος σε άτακτο στρατιωτικό σώμα. «Μην πας κουρσάρος και ζορμπάς μην πας να γδύνεις τ΄αρφανά» δημοτικό μοιρολόι.

Ζούλας, από το ρήμα ζουλώ, που σημαίνει συνθλίβω, συμπιέζω. Μεταφορικά σημαίνει άνθρωπο δυνατό που μπορεί να συνθλίψει

ΖΥΓΟΥΡΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που προέρχεται από ιδιότητες ανθρώπινες που εκφράζονται συχνά με ονόματα ζώων. Ζυγούρι=το απογαλακτισμένο αρνί.

'Ηλίας (έβραϊκό) = Eli-ya = ό Θεός ψηλά, σ Κύριος ό Θεός μου

Ηλίου: Επώνυμο α) από το οποίο στηρίζεται στα αρχαία ελληνικά πρότυπα βασιζόμενα στα γεωγραφικά ονόματα Ήλειος, Θεσσαλός, Λυδός β) πατρωνυμικό προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Ηλίας.

Ήρακλης (αρχ. έλλην.) 'Ήρως + κλέος = ξακουστός ηρωας

Θεοδωρακάκης, Θεοδωράκης, Θεοδωρακόπουλος, Θεοδωράτος, Θεοδωρίδης, Θεοδωρίκος, Θεοδώρου: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Θεόδωρος.

ΘΕΟΤΟΚΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών, συναντάται στην Κέρκυρα. Από το βυζαντινό όνομα Θεοτόκης, το προσωνύμιο της Θεοτόκου. Από το Θεός + τίκτω = αυτή που έχει γεννήσει τον Θεό.

Θωμας (έβραϊκό) = δίδυμος

Ίά (έβραϊκό) = Κύριος (τά δύο από τά τέσσερα γράμματα του τετραγραμμάτου)

ΙΣΑΔΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το αρχαίο επίθετο ίσος=δίκαιος. Ισαίος, ο περήφημος Αθηναίος ρήτορας, δάσκαλος του Δημοσθένη. Το επώνυμο απαντάται στην Σπάρτη.

ΙΤΣΙΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο έχει σχέση προέλευσης από τα λουλούδια. Ίτσιος=μενεξές.

ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, ΚΑΒΒΑΔΑΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των επαγγελματικών που έχει σχέση με ρουχισμό. Προέρχεται από το καβάδι (βλ. Φουρίκης. Λεξ.Αρχ. 6, 1923, σ. 363α)

Καζακωνη, Καζακος, Καζακιδης, Καζακοπουλος. Επωνυμο προερχομενο απο την τουρκικη λεξη καζακ=κοζακος

ΚΑΪΛΑΝΗΣ, Καϊλίδης, Καϊλόγλου, Καΐλας, Καΐλης: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kail=ομιλητής, λογάς, με την ελληνοποίηση προστίθεται και η κατάληξη –ανης.

ΚΑΪΤΑΤΖΗΣ, ΚΑΪΤΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη gaydaci=γκαϊντατζής.

ΚΑΛΑΜΑΤΙΑΝΟΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών. Ο καταγόμενος από την Καλαμάτα.

ΚΑΛΙΝΤΕΡΗΣ, ΚΑΛΕΝΤΕΡΗΣ, ΚΑΛΙΝΔΕΡΗΣ, ΚΑΛΕΝΔΕΡΟΓΛΟΥ, ΚΑΛΙΝΤΕΡΙΔΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kalender=τυχοδιώκτης, μποέμ.

Καλκανης, Καλκανιδης, Καλκατζης, Καλκατζακος. Επωνυμο προερχομενο απο τη τουρκικη λεξη kalkan=ασπιδα

ΚΑΛΤΖΗΣ, Καλαϊτζής: Επώνυμο προερχόμενο από σύντμηση της τουρκικής λέξης kalayci=γανωτζής.

Καντζούκης, Καντζιάς, Καντζέλης, Καντζίδης, Καντζόγλου: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kanca = γάντζος

ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΗΣ: Επώνυμο το οποιο παρουσιαζεται κατα την τουρκοκρατια,σύνθετο αποτελούμενο από την τουρκική λέξη kara=μαύρος και τη λέξη γκουν, γκουνα=κατεργασμένο δέρμα ζώου ή την λέξη γιούναν=Έλληνας. Επί τουρκοκρατίας το γούνινο πανωφόρι ήταν ενδεικτικό χαρακτηριστικό της υψηλής κοινωνίας. Καραγκούνης είναι ο κάτοικος του κάμπου της Θεσσαλλίας. Δεν απουσιάζουν βέβαια και άλλες ερμηνευτικές προσπάθειες, λιγότερο ή περισσότερο βάσιμες που σχετίζονται με το Ελληνικό κάρα (κεφαλή) + το ρήμα κουνώ και ούτε λείπουν παραδόσεις και θρύλοι που φτάνουν μέχρι την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Συναντάται και στην Ίμβρο.

ΚΑΡΑΔΗΜΗΤΡΗΣ: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από τη λέξη καρα=μαύρος, μελαχροινός και το βαπτιστικό όνομα Δημήτρης.

Καρακάσης, Καρακασόγλου, Καρακασίδης: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη karakas=μαυροφρύδης.

Καρακούσης: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη karakus=αετός

Καρακωστας. Επωνυμο συνθετο αποτελουμενο απο την τουρκικη λεξη kara = μαυρος, μελαχρινος και το βαπτιστικο ονομα Κωστας.

Καραλής: Επώνυμο προερχόμενο 1) από το σλάβικο κράλης=τίτλος βασιλιά. Συνηθίζεται στην Μυτιλήνη.2) Από το καρα αλής = ο ναύαρχος των Τούρκων στην καταστροφή της Χίου.

ΚΑΡΑΜΠΑΛΗΣ: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από την τουρκική λέξη καρα=μαύρος και την τουρκική λέξη bali=ο επικεφαλής, επιστάτης εργατών.

ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από την τουρκική λέξη καρα=μαύρος και το βαπτιστικό όνομα Αντώνης.

Καραπιπέρης, σύνθετη λέξη από το kara (τούρκικη λέξη που σημαίνει μαύρος) + πιπέρι, (το μαυροπίπερο)

Καρβελης. Επωνυμο επωνυμο προερχομενο απο παρατσουκλι που εχει σχεση με φαγωσιμα δηλαδη το κουλουρι. Αλλα παρομοια Κ ουλουρας, Καφες, Λαγανας, Μακαρονης, Ξυδης, Παξιμαδης.

Καρεντζός, Καρεζός, Καρέζης: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη garaz=μισός.

Καρπαδακης, Καρπαθακης, επωνυμα τα οποια ανηκουν στην κατηγορια των εθνικων. Ο προερχομενος απο την Καρπαθο με την καταληξη –ακης που προσδιοριζει την Κρητη.

ΚΑΡΥΔΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο έχει σχέση με τους φυτικούς καρπούς. Το επώνυμο βρίσκεται στην Τρίπολη Αρκαδίας από τον 17ο αιώνα. Πιθανή καταγωγή από Παξούς ή Θεσσαλονίκη ή Θεσσαλία. Επίσης συναντάται στα Επτάνησα, Κύπρο, Κύθηρα.

Καρφής, από τη λέξη καρφί, το μεταλλικό ή ξύλινο μυτερό αντικείμενο

ΚΑΣΙΔΗΣ, ΚΑΣΙΔΟΚΩΣΤΑΣ, ΚΑΣΙΔΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kas=φρύδι.

Καταπόδης, πιθανόν να προέρχεται από το επίρρημα καταπόδι (κατά πόδας) = ακολουθώ κάποιον από κοντά

ΚΑΤΗΣ, ΚΑΤΙΔΗΣ, ΚΑΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kati=κατηγορηματικός ή πλήρης, πολύς ή σκληρός, τραχύς. Το επώνυμο απαντάται στο Κιλκίς προερχόμενο από το Αϊβαλί ανατολικής Θράκης.

Κατσάνος, από την τουρκική λέξη kacan = εκείνος που φεύγει, ο φυγάς

Κατσαρομήτσος, σύνθετο όνομα από το Κατσαρός (σγουρός) + Μήτσος (υποκοριστικό του Δημήτρης)

Καψαλης. Επωνυμο προερχομενο απο παρατσουκλι προερχομενο απο το καψαλο, καψαλος = το χρωμα των ημικαμμενων ξυλων.

ΚΙΟΥΡΗΣ: Επωνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των ξενικών προερχόμενο από το γαλλικο επωνυμο Κιουρι.Πιο γνωστος ο Πιερ Κιουρι και η γυναικα του μανταμ Μαρια Κιουρι που ανεκαλυψε το στοιχειο του ραδιου [ραδιενεργεια]. Δυο φορες βραβεβμενη με το νομπελ το 1903 της φυσικης και το 1911 της χημειας.

ΚΙΣΣΑΣ, ΚΙΣΣΟΠΟΥΛΟΣ, ΚΕΣΙΟΓΛΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από την περσική λέξη kesis=καλόγερος, παπάς, χριστιανός.

Κλαδευτήρας, από το κλαδευτήρι = το κοφτερό όργανο που χρησιμοποιούμε για να κλαδέψουμε

Κόκκαλης, παρατσούκλι που προέρχεται από τη λέξη κόκαλο

Κόλιας: Επώνυμο αρβανίτικης καταγωγής προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Νικόλαος, Νικόλας.

Κονιδάρης, αυτός που έχει κόνιδες (αβγά της ψείρας)

ΚΟΝΤΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο οφείλεται σε σωματική ιδιότητα του ατόμου χαμηλός, κοντός, όχι ψηλός.

Κορκολιός, από τη λέξη κόρκος = αλλιώς ο κρόκος του αβγού

Κοτσάνης, παρατσούκλι από τη λέξη κοτσάνι, μέρος του φύλλου

ΚΟΥΛΟΥΜΒΑΚΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kulube=αχερώνα, κάλυμα με την κατάληξη –ακης που προσδιορίζει Κρήτη.

Κουλουρης, Κουλουρας, Κουλουριας. Επωνυμο επωνυμο προερχομενο απο παρατσουκλι που εχει σχεση με φαγωσιμα δηλαδη το κουλουρι. Αλλα παρομοια Καρβελης, Καφες, Λαγανας, Μακαρονης, Ξυδης, Παξιμαδης.

Κουνάδης, από τη λέξη κουνάδι ή κουνάβι (kuna, σλάβικη λέξη ) = η νυφίτσα

Κουνιάκης, από τη λέξη κούνια = μικρό κρεβατάκι παιδιού

Κουντούρης, υπάρχουν δύο πιθανές ερμηνείες: α)από την τουρκική λέξη kundura = χαμηλά γυναικεία παπούτσια. β) κοντή ουρά

Κουρης. Επωνυμο πρερχομενο απο την τουρκικη λεξη kuru=ξερος

ΚΟΥΡΚΟΥΛΟΣ, ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ, ΚΟΥΡΚΟΥΛΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι. Κουρκούλω=κυλιέμαι. Κουρκούλας ονομάζεται σε ορισμένες συνθηματικές γλώσσες ο παπάς.

Κουρουγεωργακης, επωνυμο συνθετο αποτελουμενο απο την τουρκικη λεξη kuru=σκληρος, τραχυς και το βαπτιστικο ονομα Γεωργιος με την υποκοριστικη καταληξη –ακης.

Κουρτζης. Επωνυμο το οποιο προερχεται απο τη τουρκικη λεξη kurt = λυκος/σκουληκι με την συνηθισμενη καταληξη –τζης.

Κούτσικος, Κουτσούκης, Κουτσούκος, Κουτσουκάκης, Κουτσουκέλης, Κουτσουκίδης, Κουτσούκουγλου, Κιουτσούκης.Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη kucuk = μικρός.

Κουτσολάμπρος, σύνθετο όνομα από το Κουτσός + Λάμπρος

ΚΟΥΦΗΣ, ΚΟΥΦΟΣ: Επώνυμο από παρατσούκλι που έχει σχέση με σωματική ιδιότητα του ατόμου που δεν ακούει καλά ή καθόλου.

Κρικρής, πιθανόν να έχει σχέση με το κρι-κρί, το αγριοκάτσικο που συναντάμε κυρίως στα βουνά της Κρήτης

Κυραννας. Επωνυμο το οποιο ανηκει στην κατηγορια των μητρονυμικων. Της κυρα Αννας = Κυραννας

ΚΩΣΤΑΡΑΣ, ΚΩΣΤΑΝΤΑΡΑΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Κωνσταντίνος, Κώστας με τη μεγενθυτική κατάληξη -ρας

Λαϊνάς, από το λα(γ)ήνι = πήλινο δοχείο, στάμνα, με στόμιο που το χρησιμοποιούσαν παλιά για τη μεταφορά και αποθήκευση υγρών

Λαμπρόπουλος, Λάμπρος, Λαμπράκης: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Λάμπρος=αυτός που λάμπει και μεταφορικά ο ονομαστός, ο περίφημο. Εορτάζει την Λαμπρή.

ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το βυζαντινό όνομα Λάσκαρης, ο πρώτος αυτοκράτορας μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους το 1263.

ΛΑΤΣΗΣ, ΛΑΤΣΙΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη latzi=εγγράμματος.

Λεγάκης: Επώνυμο από το Λέγας + την κατάληξη –ακης που προσδιορίζει Κρήτη. Η αρχική ρίζα είναι από το όνομα Αχιλλεύς, το δεμώδες Αχιλλέας και κατόπιν μετά αναπτύξεως –Γ- μεταξύ των φωνηέντων = Λέγας. Το επώνυμο συναντάται ευρέως στη Νάξο.

ΛΕΛΕΚΗΣ, ΛΕΛΕΚΑΣ, ΛΕΛΕΚΟΣ, ΛΕΛΕΚΑΚΗΣ, ΛΕΛΕΚΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη leylek=πελαργός με το ελληνικό παρατσούκλι που εννοεί τον ψηλό άντρα. Το επώνυμο συναντάται στην Κάλυμνο.

Λιβάνης, από το λιβάνι = το αρωματικό θυμίαμα της εκκλησίας

ΛΙΔΩΡΙΚΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών ο προερχόμενος από το Λιδωρίκη.

Λιοντάκης, Λιόντος, Λιόντης, Λιόντας: Επώνυμο προερχόμενο από το βυζαντινό βαπτιστικό όνομα Λεόντιος το οποίο με την κατάληξη –ακης προσδιορίζει Κρήτη.

ΛΟΥΔΑΡΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από υποκοριστικό του φυτού τριανταφυλλιά=λούδα, το οποίο συναντάται στην Ήπειρο και στη Μακεδονία. με την κατάληξη –αρος, η οποία έχει μεγενθυτική ή χαϊδευτική σημασία.

ΛΟΥΚΑ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών, προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Λουκάς. Ο Λουκάς ήταν ο Άγιος Λουκάς, ο Ευαγγελιστής. Έγραψε το Ευαγγέλιο και τις πράξεις των Αποστόλων. Καταγόταν από την Αντιόχεια και τον μύησε στον Χριστιανισμό ο Απόστολος Παύλος.

Λουκάκης, Λουκάς, Λουκίδης: Επώνυμο πατρωνυμικό προερχόμενο από βαπτιστικό όνομα Λουκάς, Λουκάς ο Ευαγγελιστής. Καταγόταν από την Αντιόχεια και τον μύησε στον Χριστιανισμό ο Απόστολος Παύλος.

Λουκέρης, πιθανόν να είναι υποκοριστικό του ονόματος Λουκάς

Λύσσαρης, αυτός που κατασκευάζει λύσσες για τα ζώα

Μακρής, επίθετο που σημαίνει ψηλός

Μακρυγιάννης, σύνθετο όνομα από το Μακρής + Γιάννης

Μακρυπίδης, από το επίθετο μακρής και την κατάληξη –ιδης

Μαλιγιάννης, σύνθετο όνομα από το Μαλί + Γιάννης

Μαντζιούνης: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη magun=μαντζούνι ή από την τουρκική λέξη mangur=φανερός, ορατός

Μανωλίτσης, υποκοριστικό του ονόμ. Μανώλης

Μαργώνης, από το ρήμα μαργώνω = ξεπαγιάζω

ΜΑΡΙΓΙΩΡΓΑ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των ητρωνυμικών. Σύνθετο αποτελούμενο από το όνομα Μαρία και το όνομα Γιώργος.

ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των μητρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Μαρίνα με την κατάληξη –ακης που προσδιορίζει Κρήτη (Χανιά).

Μαρίνης, υποκοριστικό του ονόμ. Μαρίνος

Μαρκίδης: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Μάρκος με την κατάληξη –ιδης που προσδιορίζει Πόντο.

ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Μάρκος και την κατάληξη –πουλος που προσδιορίζει Πελοπόννησο. Μάρκος, όνομα αρχαίων Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Γνωστός ο Απόστολος και Ευαγγελιστής, ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού. Εορτάζει στις 25 Απριλίου.

ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που έχει σχέση με τη σωματική κατάσταση ή ιδιότητα του ατόμου που είναι μελαγχροινός, μαύρος.

Μέντης, υποκοριστικό του ονόμ. Μέντιος

ΜΕΡΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΕΡΤΗΣ, ΜΕΡΤΟΓΛΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λήξη mert=γενναίος, με την κατάληξη –πουλος που προσδιορίζει Πελοπόννησο.

Μετσοβίτης, αυτός που κατάγεται από το Μέτσοβο

ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από δύο λέξεις, το βαπτιστικό όνομα Μήτρος, το οποίο προέρχεται από το Δημήτριος και την κατάληξη –πουλος, που προσδιορίζει Πελοπόννησο.

Μητσάνης, παράγωγο του Μήτσος που είναι υποκοριστικό του ονόμ. Δημήτριος

ΜΙΓΚΛΗΣ, ΜΙΚΛΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το αρχαίο βαπτιστικό όνομα Θεμιστοκλής.

Μιόβολος, σύνθετο όνομα, από το αρνητικό Μη (που έχει γίνει Μι- και δηλώνει στέρηση) και τη λέξη όβολος (αρχαίο ελληνικό νόμισμα ή κέρμα μικρής αξίας). Αυτός που δεν είχε όβολα

ΜΙΧΑΛΑΚΗ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών, προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Μιχαήλ, που είναι εβραϊκό όνομα. Έτσι λεγόταν ο αρχάγγελος, που σύμφωνα με τη Βίβλο ήταν προστάτης του λαού του Ισραήλ και της Εκκλησίας του Χριστού. Γιορτάζει στις 8 Νοεμβρίου. Με την κατάληξη –ακης, που προσδίδει καταγωγή από Κρήτη.

ΜΙΧΕΛΗΣ, ΜΙΧΑΛΑΣ, ΜΙΧΑΛΕΤΟΣ, ΜΙΧΕΛΕΤΟΣ, ΜΙΧΑΛΑΚΟΣ, ΜΙΧΑΛΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΜΙΧΑΛΑΚΕΑΣ, ΜΙΧΑΛΟΚΑΚΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ: Επώνυμα που ανήκουν στην κατηγορία των πατρωνυμικών, προερχόμενα από το βαπτιστικό όνομα Μιχαήλ.

Μουστακας,επωνυμο προερχομενο απο παρατσούκλι από τη λέξη μουστάκι

Μπάκας, από τη λατινική λέξη baca = κοιλιά

ΜΠΑΛΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη bali=ο επικεφαλής, επιστάτης εργατών

Μπαλτίκας, από την τουρκική λέξη balta = το τσεκούρι. Ο ξυλοκόπος

Μπαλτουμας, Μπαλουξης, Μπαλουξογλου, Μπαλουχτσης, Μπαλτας, Μπαλτακος, Μπαλτιδης, Μπαλκατζης, Μπαλτατζιδης, Μπαλτατζογλου. Επωνυμο προερχομενο απο την τουρκικη λεξη bal = μελι

Μπαμπούρης, είδος εντόμου (όπως κουνούπι, σκαθάρι) που πετώντας κάνει σιγανό θόρυβο

ΜΠΑΝΙΑΣ, ΜΠΑΝΗΣ, ΜΠΑΝΕΛΗΣ, ΜΠΑΝΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη bani=ιδρυτής.

ΜΠΑΝΤΖΗ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη bacanak=μπατζανάκης.

Μπάρης, από την ιταλική λέξη barra = μοχλός για το κλείσιμο της πόρτας, αμπάρα

Μπαρμπαρούσης, από το μπαρμπαρέσος, αυτός που κατάγεται από την Μπαρμπαριά, παλαιότερη ονομασία χώρας της Β. Αφρικής

ΜΠΑΣΙΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο α) από την Θράκη. Έτσι ονομάζεται ο γυναικαδελφός του άντρα της μεγαλύτερης αδελφής. β) Μπορεί βέβαι να προέρχεται και από το πασάς, Πασιάς. γ) Από το βαπτιστικό όνομα Sebastian – Μπαστιάς.

ΜΠΕΛΟΣ, ΜΠΕΛΛΟΣ, ΜΠΕΛΗΣ, ΜΠΕΛΙΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο α) από την σλαβική λέξη bel=άσπρος β) από τη λατινικη λέξη belο=όμορφος, καλός γ)από την λατινικη λεξη belum=πολεμος

ΜΠΕΧΡΑΚΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη behre=μοίρα, μερίδιο. Υπάρχη στη Μάνη.

Μπίλης, υποκοριστικό του ονόμ. Βασίλης

ΜΠΙΛΙΡΗΣ, ΜΠΙΡΜΠΙΛΗΣ, ΜΠΙΛΜΠΙΛΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη bulbul=αηδόνι.

ΜΠΙΣΜΠΙΚΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των κακώνυμων.

Μπουγιουκας. Επωνυμο εξελληνισμενο προερχομενο απο το βουγιουκας το οποιο προερχεται απο την τουρκικη λεξη boyuk=μεγαλος

Μπουκουβάλας, από τη βλάχικη λέξη bukuvala (μπουκιές ψωμιού φρυγανισμένες ή ανακατεμένες στο τηγάνι με ζεστό λάδι, λίπος ή βούτυρο)

ΜΠΟΥΝΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη bunak=υπέργηρος.

Μπουραντάς, έτσι ονόμαζαν παλιά τους χωροφύλακες

ΜΠΟΥΡΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το bure=αρβανίτικο που σημαίνει γεναίος άντρας.

ΜΠΟΥΡΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την αρβανίτικη λέξη burrei=γενναίος άνδρας.

ΜΠΟΥΣΙΑΣ, ΜΠΟΥΣΙΟΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Χαράλαμπος, Χαραλαμπούσης.

ΜΠΟΥΣΙΟΣ, ΜΠΟΥΣΕΣ, ΜΠΟΣΕΑΣ: α) Επώνυμο τουρκικής προέλευσης, από το bouse=φίλημα β) Επώνυμο προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Χαράλαμπος=Χαραλαμπούσης=Μπούσιος.

Μπουτζέλης: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από την τουρκική λέξη but=μηρός, μπούτι και την τουρκική λέξη zil=κρόταλο, κουδουνάκι.

Ναούμ: Επώνυμο με εβραϊκή καταγωγή προερχόμενο από το ναχούμ = παρηγορηθείς.

Νιάγκου: Επώνυμο από συγχώνευση, προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Ιωάννης=Γιάννης=Γιάγκος=Νιάγκος=Νιάκος=Νάκος=Νάκας.Απαντάται συχνά σε Ήπειρο και Μακεδονία.

ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο απο το βαπτηστικο ονομα Νικολαος,Νικολετα και την καταληξη -πουλος που προσδιοριζει Πελοποννησο

Νταιλιανης. Επωνυμο προερχομενο απο 1) την τουρκικη λεξη dalyan = ποχη, ειδους γριπου. 2) στην Κρητη Νταλιανης = λυγερος

ΝΤΑΝΟΣ, Ντάνας: Επώνυμο προερχόμενο από την α) τουρκική λέξη dana=μοσχάρι β) αραβική λέξη dana=σοφός, διαβασμένος.

Ντέκας, Ντέγκας: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη denk=ισόρροπος, ισόβαρος.

Ντέμος, από το λατινικό ρήμα demo = αφαιρώ

ΝΤΕΡΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την α) τουρκική λέξη dere=κοιλάδα, ρέμα β) τουρκική λέξη deri=δέρμα, τομάρι.

ΝΤΙΜΠΟΥΡΓΙΑΓΚΑΣ: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από την λέξη ντιμπου, παράφραση του βαπτιστικού ονόματος Δέσποινα-Δέσπω-Γέπω-Ντέπο-Ντιπού και του βαπτιστικού ονόματος Ιωάννης-Γιάννης-Γιάγκας.

ΝΤΙΜΠΟΥΡΛΙΑΓΚΑΣ : Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από την λέξη ντιμπου, παράφραση του βαπτιστικού ονόματος Δέσποινα-Δέσπω-Γέπω-Ντέπο-Ντιπού και του βαπτιστικού ονόματος Λιαγκας ,Ηλιας,Λιακος.

Ντίνος, υποκοριστικό του Κωνσταντίνος

Ντουλγερης, επωνυμα προερχομενα απο την τουρκικη λεξη dulger=μαραγκος, χτιστης.

ΝΤΟΥΛΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το τουρκικό, αραβικό όνομα Abdul.

ΝτουμανηςΔουμανης, Δουμανιδης, Δουμανογλου, Δομανης, Τουμανης, επωνυμα προερχομενα απο την τουρκικη λεξη duman=καπνος.

Ξενάκης, υποκοριστικό του ξένος = αυτός που κατάγεται από κάπου αλλού, ο άγνωστος

Πάνου, γενική του ονόματος Πάνος, υποκοριστικού του Παναγιώτης

Πανταζής, ευχετικό από το πάντα (να) ζης

ΠΑΝΤΕΛΕΟΝ: Επώνυμο πατρωνυμικό προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Παντελεήμων, Παντελής. Παντελέων, αρχαίο όνομα, γιος του Αλυάττου, αδελφού του Κροίσου, βασιλέων των Λυδών. Πας+Λέων=το λιοντάρι των πάντων. Το επώνυμο απαντάται στις Κυκλάδες.

Παντος. Επωνυμο το οποιο ανηκει στην κατηγορια των πατρωνυμικων προερχομενο απο το βαπτηστικο ονομα Παντελης. Συνανταται στην Θεσσαλια αλλα και βορειοτερα.

ΠΑΝΤΟΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Παντελής.

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών, σύνθετο προερχόμενο από το παπάς και το βαπτιστικό όνομα Δημήτρης.

Παπαζήσης, σύνθετο από τις λέξεις Παπάς + Ζήσης

Παπασπύρος, σύνθετο από τις λέξεις Παπάς + Σπύρος

Παπαστάμος, σύνθετο από τις λέξεις Παπάς + Στάμος

ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΣ: Επώνυμο σύνθετο από τη λέξη παπα- προερχόεμενη από την ιδιότητα του κληρικού παπάς και το βαπτιστικό όνομα Χρήστος. Συναντάται στην Άρτα.

Παπουτσής, Παπουτσάς, Παπουτσιδάκης, Παπουτσάκης, Τσαγκάρης, Τσαρούχας: Επώνυμο προερχόμενο από επαγγελματική δραστηριότητα, συγκεκριμένα του υποδηματοποιού.

Πατσέλας, πιθανό να προέρχεται από τη τουρκική λέξη paca = ο πατσάς

ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Παύλος και την κατάληξη –πουλος που προσδιορίζει Πελοπόννησο.

Πέππας: Επώνυμο με αρβανίτικη καταγωγή προερχόμενο από το ελληνικό Πέτρος ή το ιταλικό Giuseppe.

ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ, ΠΕΡΔΙΚΗΣ, ΠΕΡΔΙΚΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι, προερχόμενο από τον ζωικό κόσμο το πουλι η περδικα, το οποίο χρησιμοποιούσαν πολύ οι βυζαντινοί.

ΠΕΡΙΦΑΝΗΣ, ΠΕΡΗΦΑΝΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο οφείλεται σε ιδιότητα ατόμου. Υπερήφανος.

ΠΕΡΟΥΛΑΚΗΣ, ΠΕΡΟΥΛΗΣ, ΠΕΡΑΣ, ΠΕΡΡΟΣ, ΠΙΕΡΗΣ: Επώνυμο με ξενική ρίζα πατρωνυμικό προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Piero.

Πετριδης, Πετρακης, Πετρακος, Πετρακουδης, Πετρης, Πετρος, Πετρουδης, Πετρουσης Πετρουνελα, επωνυμο το οποιο ανηκει στην κατηγορια των πατρονυμικων. Προερχεται απο το βαπτιστικο ονομα Πετρος=ψαρας απο την Καπερναουμ, ενας απο τους δωδεκα μαθητες του Χριστου και αναφερεται ως ο κορυφαιος, ο προκριτος μεταξυ των αποστολων. Ο ιδιος απαρνηθηκε τρεις φορες τον Δασκαλο του και εορταζει μαζι με τον αποστολο Παυλο στις 29 Ιουνιου.

Πετροπουλος. Επωνυμο το οποιο ανηκει στην κατηγορια των πατρωνυμικων και προερχεται απο το βαπτιστικο ονομα Πετρος με την καταληξη –πουλος που προσδιοριζει Πελλοπονησο. Σημαινει το παιδι του Πετρου.Πέτρος: ψαράς από την Καπερναούμ, ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού. Αναφέρεται ως ο κορυφαίος μεταξύ των αποστόλων. Γιορτάζει μαζί με τον απόστολο Παύλο στις 29 Ιουνίου.

Πισματσκά, Πισμάνης, Πεσματζής, Πεσματζόγλου: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη pisman=μετανοημένος.

Πίτσος: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι. Πίτσος = το ξύλο που στήνουν για σημάδι στις αμάδες.

Πιτσούλιας, πιθανό να προέρχεται από τη λέξη πιτσουλιά = ο λεκές που δημιουργείται από τη ρίψη υγρού

Πόλκας, (1) από την πολωνική λέξη polka = μισό βήμα, είδος παλιού ευρωπαϊκού χορού – (2) ή γυναικείο ένδυμα, κοντό μάλλινο πανοφώρι

ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ, ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από α) το αρχαίο όνομα Πολύδωρα, Πολυδώρη, η οποία ήταν μία από τις Ωκεανίδες. β) Πολύδωρος ο Νεώτερος από τους Πριαμίδες που τον σκότωσε ο Αχιλλέας. Πολύ + δώρον = αυτός που χαρίζει πολλά δώρα.

ΠΟΛΥΧΡΟΝΗΣ: Επώνυμο σύνθετο πατρωνυμικό προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Χρόνης, με την προσθήκη του συνθετικού πολυ-.

ΠΟΥΛΗΣ, ΠΟΥΛΟΣ, ΠΟΥΛΙΤΣΑΣ, ΠΟΥΛΙΤΣΗΣ, ΠΟΥΛΙΤΣΑΚΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι, που έχει σχέση με τον ζωικό κόσμο = πουλί.

Πουλόπουλος, Πούλος, Πούλης, Πουλίτσας, Πουλίτσης, Πουλιτσάκης: Επώνυμα τα οποία προέρχονται από το πουλίτσι = πουλάκι με την κατάληξη –οπουλος = υποκοριστική, προσδιορίζει Πελοπόννησο.

-πουλος: Η κατάληξη αυτή βρίσκεται σε όλη την Ελλάδα, όπως και στον Πόντο (πβ. Οικονομίδη, σ. 213 και Παπαδοπούλου, σ. 16), αλλά και σε μεσαιωνικά κείμενα επώνυμα γυναικών –πουλος εν Πόντω, Αθήνα, 43 (1931), σ. 211. Βρίσκουμε στην μεσαιωνική γλώσσα στα επώνυμα Γαβριηλόπουλος, Αργυρόπουλος, Φραγκόπουλος.

Πούρος: Ο Διονύσιος Πύρρος ο Θετταλός (1774-1853) λεγόταν αρχικά Πούρος και Μπούρος. Προερχόμενη από την τουρκική λέξη burgu=τρυπάνι=Μπούργος, Πούργος, Πουργής.

Ράιος, πιθανόν να προέρχεται από το ρήμα ραγίζω ή ραΐζω

Ράπτης, από το επάγγελμα ράφτης

Ρεβίθης, παρατσούκλι από τη λέξη ρεβύθι, το γνωστό όσπριο

Ρηγάλος, παράγωγο της λέξης Ρήγας = ο βασιλιάς. Λιγότερο πιθανή η ερμηνεία από την ιταλική λέξη regalo = δώρο

ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το λατινικό rex=βασιλιάς, ρήγας, με τη νεοελληνική κατάληξη –πουλος που προσδίδιε καταγωγή από Πελοπόννησο.

ΡΗΓΟΥΤΣΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το ρήγας, που σημαίνει βασιλιάς και την κατάληξη –ουτσος. Το επώνυμο συναντάται στην Σύρο.

ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που έχει σχέση με τον φυτικό κόσμο, ρόδον με την κατάληξη –πουλος (το παιδί του ρόδου) που προσδιορίζει Πελοπόννησο.

Ρούκας, Ρούκης: Επώνυμο προερχόμενο από την σλαβική λέξη ruka=χέρι.

ΡΩΜΑΝΙΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο α) από το βαπτιστικό όνομα Ρωμανός β) εθνικό όνομα, το καταγόμενο από τη Ρωμανία = το ανατολικό κομμάτι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μετά τη διάσπαση σε Δυτική και Ανατολική (Βυζάντιο).

Σάββας, από το κύριο όνομα Σάββας

ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΑΔΗΣ, ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ, ΣΑΚΕΛΛΑΡΗΣ, ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το Βυζάντιο. Σακελλάριος, ο φροντίζων την τήρηση του δικαίου των μονών, ασκεί εποπτεία επί της επισκοπικής φυλακής (Σακελλής).

Σαλαγιάννης, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Σάλα (πιθανόν να σημαίνει την ιταλική λέξη sala, το μεγάλο δωμάτιο του σπιτιού ή το ρήμα σαλαγώ, μετακινώ, κατευθύνω το κοπάδι ) + Γιάννης

Σαλτερής τόπος καταγωγής όπου και συναντάται το επώνυμο: ορεινή Νάξος - Τραγαία αλλού: Ιταλία.Επωνυμο προερχομενο απο το λατινικο saltus - salteris νομίζω ότι στα λατινικά (δρυμός). Η γενική σημαίνει του δρυμού. Ίσως δασοφύλακας ή ο επιφορτισμένος με τον έλεγχο των δασών (οργάνωση φεουδαρχική - Δουκάτο Κυκλάδων με πρωτεύουσα τη Νάξο)

Σαλτογιάννης, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Σάλτο (ιταλική λέξη salto, άλμα) + Γιάννης

Σαμαντάς, αυτός που κατάγεται από το χωριό Τσαμαντάς της Θεσπρωτίας

Σανδαλίδης, από τη λέξη σανδάλι = πέδιλο και την κατάληξη -ίδης

Σγουρος. Επωνυμο το οποιο ανηκει στην κατηγορια τν μητρονυμικων, προερχομενο απο παρατσουκλι. Σγουρος = ο εχων σιγουρα μαλλια. Το θηλυκο ειναι σγουρω. Το επωνυμο απανταται εις Ηπειρο, Ζαγουρο.

ΣΕΡΓΙΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη sergi=χαλί, ψάθα, έκθεση (έκθεση πραγμάτων για πούλημα). Σεργής, Σεργίδης, Σεργόπουλος.

ΣΙΑΓΚΡΗΣ: Επώνυμο ενετικής προέλευσης, σύνθετο εξελληνισμένο, αποτελούμενο από τις λέξεις santa=άγιος και croce=σταυρός.

ΣΙΑΜΙΔΗΣ, ΣΑΜΙΔΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη sami=ψηλός ή ακροατής.

ΣΙΜΩΣΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο α) από το βαπτιστικό αρχαίο ελληνικό όνομα Σίμος=πλακουτσομύτης β) Από το αρχαίο ελληνικό όνομα Σίμων το οποίο προέρχεται και αυτό από το Σίμος=πλακουτσομύτης.

Σκάντζας, ουσιαστικό από το ιταλικό ρήμα scansare = αλλάζω βάρδια

ΣΚΑΡΛΗΣ, ΣΚΑΡΛΑΤΟΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βυζαντινό όνομα Σκαρλάτος (scarlet=το πορφυρό χρώμα) (βόρεια Ελλάδα)

Σκουτέρης, λέξη που σημαίνει το πρώτο παλικάρι του τσέλιγκα

Σόμπολος, σύντμηση και παραφθορά*** του ονόμ. Χριστόδουλος

Σουκούλης, Σουκούρης, Σουκουριάδης, Σουκούρογλου: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη sokur = τυφλός, μονόφθαλμος.

ΣΟΦΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο α) από παρατσούκλι που εκφράζει ψυχική ή σωματική ιδιότητα β) προερχόμενο από την αραβική λέξη sof=τσόχα.

Σπανος. Επωνυμο το οποιο προερχεται απο παρατσουκλι που αποδιδεται σε σωματικη ιδιοτητα.

Σπετσέρης, από την ιταλική λέξη spezieri = φαρμακοποιός

ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΠΗΛΙΩΤΗΣ, ΣΠΗΛΙΩΤΑΚΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών, προερχόμενο από την σπηλιά. Ανάλογα την κατάληξη προσδιορίζεται και η καταγωγή –πουλος=Πελοπόννησος, -ακης=Κρήτη.

ΣΠΗΛΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επώνυμο που ανήκει στην κατηγορία των εθνικών, προερχόμενο από παρατσούκλι, από τη σπηλιά, με την κατάληξη –πουλος, που προσδιορίζει Πελοπόννησο.

ΣΠΙΘΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που ανταποκρίνεται σε ψυχική ή σωματική ιδιαιτερότητα του ατόμου. Σπίθας=ο γρήγορος, ο έξυπνος. Υπάρχει στη Νότια Εύβοια.

Σπυρέλης, υποκοριστικό του ονόμ. Σπύρος

Σπυρόπουλος, από το όνομα Σπύρος και την κατάληξη –πούλος (γιος, απόγονος)

Σταμούλης, υποκοριστικό του ονόμ. Στάμος που είναι σύντμηση του Σταμάτιος

Σταύρου, γενική του ονόμ. Σταύρος

ΣΤΕΡΓΙΟΥ ,ΣΤΕΡΓΙΩΤΗΣ: Προέρχεται από το ευχετικό βαπτιστικό όνομα Στέργιος=να στεργιώσει.Η καταγωγή του ονόματος είναι βλάχικη. Η κατάληξη –ιώτης είναι αρχαία ελληνική.Συναντάται ως επώνυμο στα Επτάνησα.

ΣΤΕΦΑΝΟΥ: Επώνυμο πατρωνυμικό το οποίο προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό όνομα Στέφανος, από το ρήμα στέφω=στεφανώνω, τιμώ. Με σπουδαιότερο τον Στέφανο τον Αθηναίο, τον γιο του Θουκυδίδη. Ο Άγιος Στέφανος ο πρωτομάρτυς ήταν ένας από τους πρώτους επτά διάκονους της χριστιανικής εκκλησίας. Γιορτάζει στις 27 Δεκεμβρίου.

ΤΑΤΣΙΩΝΑΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη tac=στέμμα

Τέγας, σύντμηση και παραφθορά στην Ήπειρο αλλά και τη Μακεδονία, του ονόμ. Στέργιος

-τζης:Η κατάληξη αυτή συναντάται σε επαγγελματικά επώνυμα Λυρατζής, Φαναρτζής (Μαν. Τριανταφυλλίδης). Το πιο παραγωγικό επίθεμα των επαγελματικών τουρκικής αρχής. Αλτιντζής (altinci=χρυσοχόος), Γεωργαντζής (yorganci=παπλωματάς), Δεβετζής (deveci=καμηλιέρης) (Χαρ. Συμεωνίδης).

Τζουροπάνος, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Τζούρα (ιταλική λέξη usura = γουλιά, ρουφηξιά) + Πάνος

ΤΟΜΠΡΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από τη σλαβική λέξη dobr=καλός, ειλικρινής (ντόμπρος)

Τουμανης, Δουμανης, Δουμανιδης, Δουμανογλου, Δομανης, Ντουμανης, επωνυμα προερχομενα απο την τουρκικη λεξη duman=καπνος.

ΤΟΥΜΠΑΚΑΡΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το παρατσούκλι από το μουσικό όργανο τουμπάκι. Ευρίσκεται στη Νάξο. Με την κατάληξη –αρης που συνηθίζεται στα επαγγελματικά επώνυμα (Γούναρης).

ΤΟΥΤΟΥΦΑΣ, ΤΟΥΤΟΥΝΑΣ, ΤΟΥΤΟΥΝΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη tutun=το φυτό καπνός.

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ, ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο έχει σχέση προέλευσης από τα λουλούδια, τριαντάφυλλο.

ΤΣΑΓΑΝΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι το οποίο αποδίδει ψυχική ή σωματική ιδιότητα ανθρώπου. Τσαγανό=ο έχων θάρρος και πείσμα, φιλότιμο, ευθυξία, δύναμη.

Τσαλαπατανης. Επωνυμο συνθετο αποτελουμενο απο τη τουρκικη λεξη cale = τσαλας = κουτσος και την λεξη παταω, εξου και τσαλαπαταω!

Τσαμποδήμος, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Τσάμπα (δωρεάν) ή Τσαμπί (κομμάτι σταφύλι) + Δήμος

ΤΣΑΜΟΥΤΣΟΓΛΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη camus=βουβάλι με την κατάληξη –ογλου που προσδιορίζει Ανατολή.

Τσελιος, επωνυμο βλαχικο το οποιο ανηκει στην κατηγορια των πατρωνυμικων προερχομενο απο το βαπτιστικο ονομα Στεργιος.

Τσιάγκλης, από την τουρκική λέξη cagli = ευτραφής, εύσωμος

Τσιγκας. Επωνυμο που προερχεται α) απο την αραβικη λεξη cike=πουλακι, σπαθι, λιγο β)απο τον τσιγκο=μεταλλο

Τσιλιγιάννης, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Τσίλι (τουρκική λέξη cilli = αυτός που έχει φακίδες) + Γιάννης

Τσιότσης, Τσιότσιας: Επώνυμο προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Χρυσόστομος, Χρύσιος.

ΤΣΙΧΛΗΣ, ΤΣΙΧΛΑΣ: Επώνμο προερχόμενο από παρατσούκλι που εκφράζουν ιδιότητα ζώων ή πτηνών. Πιθανότατα το πουλί τσίχλα.

Τσόβρας: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη corba=τσορβάς.

ΤΣΟΠΟΑΝΟΓΛΟΥ, ΤΣΟΠΑΝΟΓΛΟΥ, ΤΣΟΠΑΝΑΚΟΣ, ΤΣΟΤΑΝΟΓΛΟΥ, ΤΣΟΠΑΝΕΛΗΣ, ΤΣΟΠΑΝΑΚΗΣ: Επώνυμο με αρχική ρίζα την λέξη τσοπάνης, η οποία προέρχεται από την τουρκική λέξη coban=βοσκός. Αρκετά εκ των παραπάνω διαφοροποιήθηκαν και με τον εξελληνισμό τους έγιναν Ποιμένας, Ποιμενίδης, Ποιμενάκη. Οικογένεια Τσοπάνογλου υπήρχε το 1911 στην Σπάρτη της Ανατολίας με μεγάλη ιστορία οικογένεια εμπόρων όπου το 1922 ήρθαν στον Πειραιά.

ΤΣΟΥΡΟΣ. ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ ΤΟ ΕΠΩΝΥΜΟ ΣΤΗΝ ΧΙΟ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ TOYRKIKO SURIS=ΤΑΡΑΧΗ,ΑΝΗΣΥΧΙΑ,ΑΤΑΞΙΑ,ΣΤΑ ΑΡΑΒΙΚΑ SURI=ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ,ΦΑΙΝΟΜΕΝΙΚΟΣ. ΑΛΛΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΟΥΡΗΣ,ΤΣΟΥΡΗΣ ΤΣΟΥΡΩ ΣΤΑ ΚΡΗΤΙΚΑ=ΓΛΥΣΤΡΩ ΣΕ ΓΚΡΕΜΟ ΣΤΑ ΣΛΑΒΙΚΑ CRN=ΜΑΥΡΟΣ.ΕΧΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΕΛΑΧΡΙΝΟ?

Τσούτσουρας, πιθανό να προέρχεται από το ρήμα τσουτσουριάζω= ανατριχιάζω

ΥΦΑΝΤΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των επαγγελματικών με την χαρακτηριστική κατάληξη των επαγγελματικών επωνύμων –της.

ΦΕΤΣΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη φες=φέσι

Φίλης, σύντμηση των ονομάτων Φίλιππος, Καριοφίλης

ΦΙΛΙΠΠΟΥ: Επώνυμο προερχόμενο από το αρχαίο ελληνικό όνομα Φίλιππος. Η ετυμολογία είναι από το φίλος + ίππος = ο φίλος των αλόγων. Με σπουδαιότερο τον Φίλιππο Β’ τον Μακεδόνα, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Άγιος Φίλιππος γιορτάζει στις 14 Νοεμβρίου.

Φούντας, από τη λατινική λέξη funda = πολλές τρίχες μαζί

ΦΡΑΓΙΟΥΛΑΔΑΚΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών. Συνήθως το παρατσούκλι βγήκε προερχόμενο από το φράγκος, φράγκικο, το προερχόμενο από τη Δυτική Ευρώπη, με την προσθήκη της κατάληξης –ακης, που προσδίδει καταγωγή από Κρήτη.

ΦΡΑΓΚΕΔΑΚΗ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των εθνικών. Ο προερχόμενος από την Φραγκία, από τη δυτική Ευρώπη, με την προσθήκη της κατάληξης –ακης που προσδιορίζει Κρήτη (Χανιά).

Φράγκος, λέξη που δηλώνει το Δυτικοευρωπαίο

ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των επαγγελματικών προερχόμενο από το μέταλλο χαλκός με την κατάληξη –ακης που προσδιορίζει Κρήτη (Ρέθυμνο).

Χάνδρας, από τη λέξη χάντρα = μικρό σφαιρικό κομμάτι με τρύπα στη μέση

Χαριζανος. Επωνυμο προερχομενο απο τη τουρκικη λεξη harizan

ΧΑΣΑΝΕΑΣ, ΧΑΣΑΝΙΔΗΣ, ΧΑΣΑΝΟΥΔΗΣ, ΧΑΣΑΝΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από το μικρό κύριο τουρκικό όνομα Hasan. Συναντάται στην Μεσσηνία.

ΧΑΣΚΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη has=αγνός, καθαρός.

ΧΑΤΖΗΘΕΟΧΑΡΗΣ: Επώνυμο σύνθετο αποτελούμενο από το χατζής=ο προσκυνητής των Άγιων Τόπων και το βαπτιστικό όνομα Θεοχάρης = ο έχων τη Θεία Χάρη.

ΧΟΥΛΑΔΑΚΗΣ: Επώνυμο προερχόμενο από την τουρκική λέξη julya=μελαγχολία, η οποία και προέρχεται από την ελληνική λέξη χολή, με την κατάληξη –ακης που προσδιορίζει Κρήτη (Χανιά).

ΧΡΗΣΤΕΑΣ: Επώνυμο το οποίο ανήκει στην κατηγορία των πατρωνυμικών προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Χρήστος. Με την κατάληξη –εας προσδιορίζει Μάνη (υπάρχει στο χωριό Αγ. Δημήτρης Σελινίτσα)

Χριστοφοριδης:Επώνυμο που ανηκει στην κατηγορια των πατρωνυμικων προερχόμενο από το βαπτιστικό όνομα Χριστόφορος με την κατάληξη – ιδης που προσδιορίζει την τοποθεσία Ποντου

ΧΡΥΣΑΦΗΣ.Επώνυμο που προέρχεται από το βαπτιστικό όνομα Χρυσος=πολύτιμη πέτρα. Ανήκει στα προερχόμενα ονόματα από την περιβάλλουσα φύση, πολύτιμοι λίθοι, μέταλλα όπως διαμάντι=Διαμαντής, μάλαμα=Μάλαμας, σμαράγδι=Σμαραγδής, ασήμι=Ασημής, Ασημίνα, κλπ.

ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟΣ: Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι από την σωματική ιδιότητα ατόμου το οποίο έχει χρυσά (ξανθά) μαλλιά. Το επώνυμο απαντάται στα Τρίκαλα Θεσσαλίας.

Χρυσος,Χρυσαφης,Χρυσαφενιος,Επώνυμο που προέρχεται από το βαπτιστικό όνομα χρυσος=πολύτιμη πέτρα. Προερχεται απο παρατσουκλι στα προερχόμενα ονόματα από την περιβάλλουσα φύση, πολύτιμοι λίθοι, μέταλλα όπως διαμάντι=Διαμαντής, μάλαμα=Μάλαμας, σμαράγδι=Σμαραγδής, ασήμι=Ασημής, Ασημίνα, κλπ