Με ολοσέλιδες καταχωρήσεις στις εφημερίδες της Κυριακής έκρινε σκόπιμο να απαντήσει η Vivartia στο διαβόητο πλέον «e-mail φάντασμα» που διακινείται με διαδικτυακές ταχύτητες αστραπής και φέρεται να εμπλέκει την εταιρεία σε διάθεση φρέσκου γάλακτος μολυσμένου με την τοξική, καρκινογόνο αφλατοξίνη M-1. Οι καταναλωτές διαβάζοντας άλλη μία ακριβοπληρωμένη διάψευση, μαζί με τις διαβεβαιώσεις ότι οι υπεύθυνοι για τη διακίνηση του επίμαχουe-mail θα λογοδοτήσουν, δεν παύουν να αναρωτιούνται προς τι, άραγε, όλος αυτός ο θόρυβος για καρκινογόνες ουσίες στο ελληνικό γάλα.
Οι καταναλωτές που πείθονται από τις διαβεβαιώσεις των επίσημων φορέων της Πολιτείας, μπορούν να αρκεσθούν σε όσα απάντησε στις 29-12-2008, σε ερώτηση του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, Μ. Στρατάκη, ο τότε πρόεδρος του ΕΦΕΤ, Αντ. Ζαμπέλας: σύμφωνα με στοιχεία του Ελληνικού Οργανισμού Γάλακτος, που επικαλείται ο κ. Ζαμπέλας, η ΔΕΛΤΑ (του ομίλου Vivartia) και η ΦΑΓΕ είχαν εντοπίσει γάλα με υψηλές συγκεντρώσεις αφλατοξίνης, αλλά το απέρριψαν και δεν έφθασε ποτέ στην αγορά. Οι έλεγχοι που διενεργήθηκαν το 2007 από τον ΕΦΕΤ σε τελικά προϊόντα ελληνικών βιομηχανιών διαπίστωσαν ότι όλα τα δείγματα ήταν σύμφωνα με τη νομοθεσία, τόνιζε σε εκείνη την απάντηση ο κ. Ζαμπέλας.
Όσοι αναζητούν περισσότερα στοιχεία για το θέμα, ακολουθώντας τη λογική «όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά», θα διαπιστώσουν ότι πίσω από τη συζήτηση των τελευταίων ετών για την ασφάλεια του φρέσκου γάλακτος υπάρχει πλούσιο παρασκήνιο και έντονες αντιπαραθέσεις των εμπορικών συμφερόντων των μεγάλων βιομηχανιών. Και θα διαπιστώσουν, επίσης, ότι οι ίδιες οι μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες της χώρας έθεσαν θέμα ποιότητας του γάλακτος που παραδίδουν οι παραγωγοί, αλλά και ασφάλειας του τελικού προϊόντος, όταν επιχείρησαν να δικαιολογήσουν στην Επιτροπή Ανταγωνισμού τις παράνομες συνεννοήσεις τους, που υποχρέωσαν την Επιτροπή να τους επιβάλει βαριά πρόστιμα για καρτέλ.
«Πουλάτε γάλα με αφλατοξίνη»!
Μόλις πρόσφατα, μακριά από την Αθήνα, ξέσπασε οξύτατη δημόσια αντιπαράθεση, ανάμεσα στη βιομηχανία Όλυμπος και στη συνεταιριστική βιομηχανία των Τρικάλων, ΤΡΙΚΚΗ, όταν η πρώτη κατηγόρησε δημόσια την δεύτερη για υψηλές συγκεντρώσεις αφλατοξίνης στο γάλα της, που υποτίθεται ότι διαπιστώθηκαν από ελέγχους στα εργαστήρια της Όλυμπος, αλλά δεν έχουν επιβεβαιωθεί από τον ΕΦΕΤ. Η ΤΡΙΚΚΗ διέψευσε αυτές τις αιτιάσεις και τις απέδωσε σε εμπορικό πόλεμο, επειδή τελευταία κερδίζει έδαφος στην τοπική αγορά της Λάρισας, εις βάρος της Όλυμπος, γνωστής βιομηχανίας με πανελλαδική εμβέλεια.
Όμως, η συζήτηση για την ασφάλεια του νωπού γάλακτος και των τελικών προϊόντων είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα, όταν οι εταιρείες που ενεπλάκησαν στο γνωστό καρτέλ ισχυρίσθηκαν, ότι οι συνεννοήσεις τους έγιναν προκειμένου «να βελτιωθεί ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων η ποιότητα του παραγόμενου νωπού γάλακτος και να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα νοθείας». Η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν δέχθηκε ότι υπήρχε θεμιτός λόγος συνεννόησης για την ποιότητα και θεώρησε προσχηματικό αυτό το επιχείρημα, που στην πραγματικότητα υπέκρυπτε την πρόθεση των μεγάλων βιομηχανιών να εναρμονίσουν τις πρακτικές τους έναντι των παραγωγών, για να μειώσουν τις τιμές αγοράς του γάλακτος.
«Στην περίπτωση, κατά την οποία δεν πληρούνται οι ελάχιστες προδιαγραφές της νομοθεσίας, οι γαλακτοβιομηχανίες οφείλουν αφενός να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές και αφετέρου να μην αγοράζουν και, εάν έχουν αγοράσει, να καταστρέψουν το γάλα αυτό. Στην περίπτωση, που αυτές οι ελάχιστες προδιαγραφές της νομοθεσίας πληρούνται, κάθε επιχείρηση θα πρέπει να διατηρεί τη δυνατότητα αυτοκαθορισμού της τιμολογιακής πολιτικής της με βάση την ποιότητα του εισκομιζόμενου από τον κτηνοτρόφο νωπού γάλακτος, όπως και τη δυνατότητα να αγοράζει κατώτερης ή ανώτερης ποιότητας νωπό γάλα (πάντα μέσα στα νόμιμα πλαίσια ποιότητας», σημειώνει μεταξύ άλλων η Επιτροπή στην απόφασή της για την επιβολή προστίμων στις γαλακτοβιομηχανίες, απορρίπτοντας το επιχείρημά τους, ότι δήθεν οι συνεννοήσεις ήταν αναγκαίες για να βελτιωθεί η ποιότητα ενόψει Ολυμπιακών Αγώνων.
«Σε κάθε περίπτωση», προσθέτει η Επιτροπή, αναφερόμενη στην περιβόητη συνάντηση των μελών του καρτέλ στο ξενοδοχείο Διβάνη, «τα μέτρα που αποφασίστηκαν στο ξενοδοχείο ΔΙΒΑΝΗ (συγκράτηση και μείωση τιμών, αποφυγή μετακινήσεων παραγωγών) δεν αντιμετωπίζουν την «κακή ποιότητα» ή τη «νοθεία», καθώς δεν αποτρέπουν την πώληση του εν λόγω γάλακτος σε οποιαδήποτε γαλακτοβιομηχανία. Αντίθετα, εξασφαλίζουν την πώληση του σε συγκεκριμένες εταιρίες και μάλιστα με συγκρατημένες ή / και μειωμένες τιμές. Επίσης, στο ξενοδοχείο ΔΙΒΑΝΗ συμφωνήθηκε ο περιορισμός της μετακίνησης των παραγωγών, γεγονός που συνεπάγεται άσκηση πίεσης και στέρηση για τους παραγωγούς εναλλακτικών πηγών διάθεσης του παραγόμενου νωπού γάλακτος, κάτι το οποίο επίσης δεν μπορεί να δικαιολογηθεί για τη διασφάλιση της ποιότητας του γάλακτος, που όπως προαναφέρθηκε, διασφαλίζεται μέσω άλλων νόμιμων οδών, στις οποίες δύναται να καταφύγει η κάθε επιμέρους γαλακτοβιομηχανία».
Οι καταθέσεις στην Επ. Ανταγωνισμού
Το “S” αποκαλύπτει σήμερα, ότι τα ίδια τα στελέχη των γαλακτοβιομηχανιών που εξετάσθηκαν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, στο πλαίσιο της έρευνας για το γάλα και στην προσπάθειά τους να πείσουν ότι οι συνεννοήσεις τους αποσκοπούσαν στη βελτίωση της ποιότητας, διεκτραγώδησαν σε τέτοιο βαθμό τα (υποτιθέμενα) προβλήματα ποιότητας της παραγωγής νωπού γάλακτος στη χώρα μας, ώστε να δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά και για την ποιότητα του παστεριωμένου γάλακτος.
Είναι χαρακτηριστικό το ακόλουθο απόσπασμα από ένορκη κατάθεση του κ. Δ. Κορωνάκη, κορυφαίου στελέχους της ΜΕΒΓΑΛ την περίοδο 1999-2006, με εμπειρία από το 1974 στον κλάδο. Σύμφωνα με το σχετικό πρακτικό εξέτασης μάρτυρα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που αποκαλύπτει σήμερα το “S”, απαντώντας σε ερώτηση μέλους της, ο κ. Κορωνάκης έδωσε την ακόλουθη απάντηση (η κατάθεση δόθηκε τον Μάιο του 2007).
n «Τον Ιούνιο του 2003 έγινε μια επιθεώρηση από την Κοινότητα, όσον αφορά την κατάσταση της ελληνικής αγελαδοτροφίας. Τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού σας διαβεβαιώνω, ότι ήταν καταστροφικά. Προτείνω να τα ζητήσετε από το Υπουργείο Γεωργίας να σας τα δώσει. Βρέθηκε ότι το ελληνικό γάλα είναι τελείως ακατάλληλο και υπήρχε τρομακτικός κίνδυνος να αφαιρεθεί το σήμα της σύγκρισης των εργοστασίων (…) Οι βιομηχανίες θα έχαναν όλη την αγορά και κατά συνέπεια οι παραγωγοί θα έκλειναν τις μονάδες τους».
Ακολούθως, ο κ. Κορωνάκης τονίζει τις προσπάθειες που έκαναν οι βιομηχανίες για τη βελτίωση της ποιότητας του νωπού γάλακτος, χωρίς την υποστήριξη των αρχών, όπως λέει, ενώ επισημαίνει, ότι αν τα αποτελέσματα του ελέγχου που επρόκειτο να γίνει το 2007 ήταν ίδια με αυτά του προηγούμενου, το 2004, ο έλεγχος θα αποβεί καταστροφικός για τη βιομηχανία και τους παραγωγούς (σ.σ.: ελάχιστοι γνωρίζουν σήμερα ποια ήταν τα αποτελέσματα εκείνων των ελέγχων στους παραγωγούς νωπού γάλακτος, αφού αποτελούν επτασφράγιστο μυστικό…).
Στις 13 Απριλίου του 2007, κατέθεσε ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού ο κ. Κώστας Γιαννακάκος, κορυφαίο στέλεχος τηςVivartia, διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΛΤΑ κατά την περίοδο σχηματισμού του καρτέλ. Σε αυτή την κατάθεση περιλαμβάνεται και αυτή η αναφορά: «προερχόμαστε (σ.σ.: εννοεί το 2004, όταν άρχισαν οι συνεννοήσεις για το καρτέλ) από μια εποχή που οι βιομηχανίες έπαιρναν ό,τι είχε έστω και λίγο άσπρο χρώμα. Αυτή είναι η αλήθεια, είτε μας αρέσει είτε όχι»! Με τη δήλωσή του αυτή, ο κ. Γιαννακάκος ήθελε να τονίσει, ότι μέχρι και το 2003, λόγω της ανεπαρκούς και χαμηλής ποιότητας ελληνικής παραγωγής νωπού γάλακτος, οι εταιρείες δεν είχαν την πολυτέλεια να προχωρούν σε πολύ αυστηρές διαδικασίες ποιοτικής επιλογής.
Το υπόμνημα της ΜΕΒΓΑΛ
Σε ένα από τα υπομνήματα που κατέθεσε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού η εταιρεία ΜΕΒΓΑΛ, το οποίο βρίσκεται στη διάθεση του “S”, η εταιρεία αναφέρεται στην κατάσταση που επικρατούσε στην αγορά μετά την 1η Απριλίου 2004, οπότε αυξήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση η εθνική ποσόστωση για το γάλα, αλλά και μετά την αποστολή εγγράφου από τον ΕΦΕΤ, στις 7 Μαΐου 2004, όπου δίνονταν οδηγίες στις εταιρείες για αυστηρή τήρηση των ποιοτικών προδιαγραφών του φρέσκου γάλακτος ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων:
-- «Αναφορικά με την ανάγκη για βελτίωση της ποιότητας ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά και του αυστηρού προειδοποιητικού εγγράφου που απέστειλε ο ΕΦΕΤ, πρέπει επιπλέον να σημειωθούν και τα εξής: Προς το τέλος της ακροαματικής διαδικασίας, δημιουργήθηκε σε κάποια από τα μέλη της Επιτροπής Σας η εσφαλμένη εντύπωση ότι το «εκτός προδιαγραφών» νωπό γάλα, δηλαδή το «παράνομο» γάλα – πρώτη ύλη, δεν περνάει στο τελικό προϊόν και ως εκ τούτου δεν ενέχει κινδύνους για την υγεία των καταναλωτών (λ.χ. δηλητηριάσεις κ.α.).
-- Έτσι, σύμφωνα πάντα με το ως άνω επιχείρημα, ούτε ανάγκη για «κοινή πολιτική ποιότητας» υπάρχει, αλλά ούτε και ιδιαίτερες προσπάθειες ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων έπρεπε να καταβληθούν. Παρόλα αυτά, όπως αποδείχθηκε από το σύνολο των μαρτυρικών καταθέσεων, αλλά και των εγγράφων που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή Σας, ο εν λόγω ισχυρισμός είναι προφανώς ανακριβής.
-- Και τούτο, διότι η απόρριψη του παράνομου γάλακτος ήταν μεν ανέκαθεν επιθυμία των βιομηχανιών, όμως δεν ήταν πάντα δυνατή, κυρίως δε σε περιόδους ανεπάρκειας γάλακτος, όταν το 50% περίπου του γάλακτος ήταν κακό, οπότε οι ανάγκες της γαλακτοβιομηχανίας μηνιαίως, σύμφωνα με τον ως άνω υπολογισμό, θα έπρεπε να καλυφθούν από το άλλο 50%».
Αν πιστέψει κανείς τις διαβεβαιώσεις των εταιρειών, με πρώτη τηνVivartia, όλα αυτά τα προβλήματα σήμερα ανήκουν στο παρελθόν: το γάλα που παραδίδουν οι παραγωγοί είναι όλο και ποιοτικότερο, ενώ οι αυστηροί έλεγχοι των εταιρειών διασφαλίζουν, ότι το γάλα που δεν πληροί τις ευρωπαϊκές ποιοτικές προδιαγραφές, μεταξύ άλλων και για το επίπεδο αφλατοξίνης, δεν περνά στο τελικό προϊόν που διαθέτουν οι βιομηχανίες. Όμως, σε μια χώρα όπου η εμπιστοσύνη σε αρχές, θεσμούς και μεγάλες βιομηχανίες είναι είδος εν ανεπαρκεία, ακόμη και ένα «e-mail φάντασμα» είναι αρκετό για να σπέρνει τη δυσπιστία…